23/10/08

Ο Ευγενικός και ο συνηθισμένος άνθρωπος

Οι συνηθισμένες φύσεις θεωρούν όλα τα ευγενή και μεγαλόψυχα αισθήματα ασύμφορα, και, γι΄αυτό, πρώτα απ' όλα τα θεωρούν απίθανα. Κλείνουν το μάτι όταν ακούνε τέτοια πράγματα και μοιάζουν σαν να θέλουν να πουν: "σίγουρα κάποιο όφελος κρύβεται εδώ" δεν μπορεί να δει κανείς τι κρύβεται πίσω απ' το καθετί". Υποψιάζονται τον ευγενικό άνθρωπο σαν να επιδίωκε αυτός λαθραία να εξυπηρετήσει το συμφέρον του. Όταν πείθονται όμως, με τρόπο που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση, για την απουσία ιδιοτελών προθέσεων και κερδών, βλέπουν τον ευγενικό άνθρωπο σαν κανένα τρελό τον περιφρονούν όταν χαίρεται και γελούν με τη λάμψη των ματιών του. "Πώς μπορεί κανείς να χαίρεται με το ότι βρίσκεται σε μειονεκτική θέση; Πώς μπορεί κάποιος που έχει ανοιχτά μάτια να θέλει να βρίσκεται σε μειονεκτική θέση; Σίγουρα, το ευγενικό συναίσθημα πρέπει να σχετίζεται με κάποια αρρώστια του λογικού". Έτσι σκέφτονται και καγχάζουν όπως καγχάζουν και με την χαρά που αντλεί ένας τρελός από την ιδεοληψία του...

Αυτό που διακρίνει τη συνηθισμένη φύση είναι ότι ποτέ δεν ξεχνάει το συμφέρον της, και ότι αυτή η σκέψη για το σκοπό και το συμφέρον είναι πιο ισχυρή κι από τα ισχυρότερα ένστικτα. Σοφία και περηφάνια των φύσεων αυτών είναι να μην επιτρέπουν στα παραπάνω ένστικτα να τις παρασύρουν να κάνουν ασύμφορες πράξεις. Σε σύγκριση μ' αυτές, η ανώτερη φύση, εκείνοι που είναι ευγενικοί, εκείνοι που δείχνουν μεγαλοψυχία και αυτοθυσία υποκύπτουν στα ένστικτα τους, κι όταν βρίσκονται στις καλύτερες στιγμές τους το λογικό τους σταματάει να λειτουργεί. Ένα ζώο που με κίνδυνο της ζωής του προστατεύει τα μικρά του ή που ακολουθεί το θηλυκό ακόμη και στο θάνατο κατά τη διάρκεια της περιόδου του οργασμού, δεν σκέφτεται τον κίνδυνο και τον θάνατο. Tο λογικό του σταματάει γιατί η ηδονή που του δίνουν τα μικρά ή το θηλυκό και ο φόβος μήπως τη στερηθεί το κυριεύουν ολοκληρωτικά...

Ενοχλείται κανείς μ εκείνους που υποκύπτουν στο πάθος της λαιμαργίας αλλά καταλαβαίνει τουλάχιστον την έλξη που γίνεται εδώ τύραννος δεν καταλαβαίνει όμως λόγου χάρη πώς μπορεί κάποιος να ριψοκινδυνεύει την υγεία του και την υπόληψη του για χάρη του πάθους για γνώση. Το γούστο των ανώτερων φύσεων στρέφεται σε εξαιρέσεις, σε πράγματα που αφήνουν ψυχρούς τους περισσότερους ανθρώπους και που δεν φαίνονται καθόλου ελκυστικά. Η ανώτερη φύση έχει ένα ξεχωριστό μέτρο της αξίας. Επιπλέον, συνήθως πιστεύει ότι η ιδιοσυγκρασία του γούστου της δεν είναι ένα ξεχωριστό μέτρο της αξίας. Αντίθετα, η ανώτερη φύση θεωρεί τις αξίες και τις μη αξίες της έγκυρες κατά γενικό κανόνα κι έτσι γίνεται ακατανόητη και μη πρακτική. Μια ανώτερη φύση πολύ σπάνια διατηρεί το απαραίτητο λογικό για να καταλάβει και να μεταχειριστεί τους συνηθισμένους ανθρώπους σαν τέτοιους. Κατά κανόνα δέχεται πως το δικό της πάθος υπάρχει αλλά μένει κρυμμένο σ'όλους τους ανθρώπους, και μάλιστα τούτη η πεποίθηση γίνεται φλογερή και εύγλωττη πίστη. Όταν όμως οι εξαιρετικοί αυτοί άνθρωποι δεν βλέπουν τον εαυτό τους σαν εξαίρεση, πώς είναι δυνατόν ποτέ να καταλάβουν τις συνηθισμένες φύσεις και να κάνουν μια αμερόληπτη εκτίμηση του κανόνα; Έτσι λοιπόν μιλούν κι αυτοί για την τρέλα, για το ασύμφορο και για τις φαντασιώσεις της ανθρωπότητας, γεμάτοι έκπληξη για την τόσο τρελή πορεία αυτού του κόσμου και για το ότι δεν αναγνωρίζει αυτό που του "είναι απαραίτητο". Αυτή είναι η αιώνια αδικία των ευγενικών.

Friederich Nietzsce

Πηγή: www.theasis.gr

21/10/08

ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΠΙΦΑΝΩΝ του Αλαίν ντε Μπενουά

Το γεγονός ότι οι επίλεκτοι είναι μία αναγκαιότητα σε κάθε κοινωνία με στοιχειώδη οργάνωση, είναι αυταπόδεικτο και εύκολα αντιληπτό. Το αποδεικνύει η ιστορική εμπειρία. Δεν γνωρίζουμε κανένα παράδειγμα ανεπτυγμένης κοινωνίας που δεν ανέδειξε τους επιφανείς της...


Η ιδέα των επιφανών, αντίθετα από ό,τι πολλοί πιστεύουν, δεν είναι μία ηθική ιδέα, αλλά ένα απλό κοινωνικό δεδομένο. Οι όροι «επιφανής» (ή «επίλεκτος») και «αριστοκράτης» δεν είναι συνώνυμοι. Σε κάθε αριστοκρατία υπάρχουν και επιφανείς, ωστόσο όλοι οι επιφανείς δεν είναι αριστοκρατικοί. Το να είναι κανείς επιφανής ή επίλεκτος, σημαίνει απλώς το να αναδεικνύεται ως ένας από τους «καλύτερους». Όμως «καλύτερους» σχετικά με τι;


... Η έννοια τους «επιφανούς» ή «επιλέκτου» αναφέρεται στον μικρό αριθμό εκείνων που στο εσωτερικό κάθε συλλογικότητας, είτε κοινωνικής, είτε επαγγελματικής, είτε οποιασδήποτε άλλης, ενδιαφέρονται να έχουν και έχουν τις καλύτερες επιδόσεις σε ό,τι αφορά τις ειδικές απαιτήσεις αυτής της συλλογικότητας... Εδώ ο αστικός ορισμός του «επιλέκτου», ο οποίος εστιάζει μόνον στους επιχειρηματικούς παράγοντες της ευφυϊας, και μάλιστα της ευφυϊας στην οποία αναφέρονται οι ψυχομετρητές, φαίνεται ελάχιστα έγκυρος.

Οι κάτοχοι του «συντελεστή ευφυϊας» δεν σκέπτονται αναγκαστικά και υποχρεωτικά με τον ορθότερο τρόπο, ούτε και έχουν τα περισσότερα και ισχυρότερα προτερήματα του χαρακτήρα. Αμέτρητοι είναι μέσα στην Ιστορία οι αυτοχειροτόνητοι επίλεκτοι που πρόδωσαν τις αξίες που υποτίθεται ότι ενσάρκωναν. Ήδη από το 1885 ο Νίτσε τόνιζε: «Το πνεύμα μόνο του δεν αυτοχειροτονείται ευγενές. Αντίθετα χρειάζεται κάποιον παράγοντα που να μπορεί να το καταστήσει ευγενές».

Το συμπέρασμα είναι λοιπόν ότι η εποχή μας δεν χρειάζεται καινούργιους αυτοχειροτόνητους επίλεκτους. Οι τωρινοί καιροί ζητούν πραγματικούς επίλεκτους, που να είναι περισσότερο χαρακτήρες παρά ευφυϊες, που να χαρακτηρίζονται περισσότερο από γερές σπονδυλικές στήλες παρά από γερά μυαλά.

... Εκείνο που χαρακτηρίζει τους επιφανείς είναι η ισορροπία που υπάρχει ανάμεσα στα δικαιώματα που απονέμουν στους εαυτούς τους και στα καθήκοντα που αναθέτουν στους εαυτούς τους... Οι επιφανείς δίνουν στον εαυτό τους τα περισσότερα δικαιώματα γιατί αναθέτουν στον εαυτό τους τα περισσότερα καθήκοντα. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι η μεγαλύτερη αρετή του επιφανούς είναι το ότι τα παίρνει «όλα επάνω του». Πιστεύει ότι όλα τον αφορούν και συγχρόνως γνωρίζει ότι δεν υπάρχει κανείς πάνω από αυτόν, στον οποίο να μπορεί να μεταβιβάσει τις ευθύνες του...

Για τον Φρειδερίκο Νίτσε, η ηθική των επιφανών ήταν μια ηθική θετικότητας, αντίθετα από την «ηθική των δούλων», όπως την περιέγραφε, στην οποία δεν έβλεπε παρά μία ηθική αιώνιας αμφισβήτησης, κοινωνικού σχίσματος και ιδίως μνησικακίας. «Ποιος είναι ευγενής;» ρωτούσε το 1885 και απαντούσε αμέσως μετά με μία απαρίθμηση χαρακτηριστικών: «τα χαρακτηριστικά του ευγενούς είναι η φροντίδα των λεπτομερειών, η όψη της σιγουριάς που χρησιμοποιεί η αυτοκυριαρχία για να αμυνθεί απέναντι στην αδιακρισία των άλλων, η ηρεμία των κινήσεων και του βλέμματος, η άρνηση των ευτελών τιμών και κολακειών, η πεποίθηση ότι η ψυχική επικοινωνία δεν είναι εύκολη, η βεβαιότητα ότι οι υποχρεώσεις του είναι κυρίως προς τους ίσους του, η αίσθηση ότι πάντοτε έχει κανείς κάτι να μοιράσει στους άλλους, η απόλαυση των καλών τρόπων και των ωραίων μορφών, η δυσπιστία προς όλες τις εκδηλώσεις υποτιθέμενης αφέλειας, η πεποίθηση ότι η ίδια η ευγένεια αποτελεί Αρετή, η δυνατότητα λησμοσύνης περισσότερο παρά συγχώρεσης, η αγάπη για την πραγματική απλότητα, η απέχθεια για τις επιπόλαιες γενικεύσεις, η ικανότητα να διατηρεί και να αντέχει τις μακρές εχθρότητες, η αηδία για την δημαγωγία, για την κουτοπονηριά και την χυδαία οικειότητα, η ικανοποίηση από το τέλειο έργο, η συνήθεια συλλογής πολυτίμων πραγμάτων, η ολοκληρωμένη συμμετοχή στην ζωή ταυτόχρονα με την διατήρηση των απαραίτητων αποστάσεων, η πεποίθηση ότι το να ξέρει κανείς να ζει και να πεθαίνει είναι ένα και το αυτό».

«Το πάθος του ευγενούς είναι ειδικής φύσης» προσθέτει ο Νίτσε. «Είναι η χρησιμοποίηση ενός σπάνιου μέτρου, σχεδόν παράλογου για τους άλλους, είναι η αίσθηση θερμότητας σε πράγματα που για τους άλλους είναι ψυχρά, είναι η αποθέωση αξιών για τις οποίες δεν έχει ακόμα εφευρεθεί ένα μέτρο, είναι η θυσία σε βωμούς Αγνώστων Θεών, είναι η μεγαλοφροσύνη και η αυτοϊκανοποίηση που ξεχειλίζει και μοιράζει τα δώρα της στους ανθρώπους και στα πράγματα»

Η ηθική των ευγενών είναι μία ηθική που λογοδοτεί στον ίδιο της τον εαυτό. Δεν είναι μια ηθική «γραπτού δικαίου» με κώδικες και δεκαλόγους. Είναι η έκφραση μιας άμεσης και προνομιακής σχέσης ανάμεσα στον εαυτό και την υπέρβασή του, ανάμεσα σε εκείνον που ζει και σε εκείνο που δίνει έννοια και περιεχόμενο στην ζωή. Μία κοινωνία ευγενών δεν είναι κοινωνία αμαρτίας, αλλά κοινωνία αιδούς. Δεν χάνεται κανείς προσβάλλοντας τον Θεό, αλλά ατιμαζόμενος. Μια τέτοια ηθική στηρίζεται εξολοκλήρου στην τιμή. Το κριτήριο είναι να μπορεί κανείς να αντικρίζει τον εαυτό του με υπερηφάνεια, αλλά δίχως εγωϊσμό.


Πηγή: www.ysee.gr

6/10/08

Έως πότε ο ομφαλός της γης θα υπερασπίζεται από χρωμοσώματα;

Ειδικά σε ό,τι αφορά το γνωστό εξ Ιταλίας πρόσφατο "ανθελληνικό" δημοσίευμα, εμείς οι νεο -Έλληνες, που μας περιγράψανε ούτε λίγο ούτε πολύ σαν… " σπορά αλβανοσλάβων", συνεχίζοντας το τραγικό λάθος που κάναμε πολύ παλαιότερα στην περίπτωση Φαλμεράγιερ που κι εκείνον υποτίθεται πως τον "αποστομώσαμε" με υποκειμενισμούς και ιδεολογήματα, αντί μιας και δια παντός με αντικειμενικά αρχαιολογικά επιχειρήματα, ερχόμαστε σαν ανιστόρητοι βλάκες να υπερασπιστούμε την καθαρότητα αίματος του Ελληνικού έθνους. Αγνοώντας πως δεν υπήρξε ποτέ και π ο υ θ ε ν α στην πανανθρώπινη ιστορία "καθαρότητα αίματος" που να κράτησε πάνω από κάποιες απελπιστικά βραχυχρόνιες εποχές. Γιατί θέλουμε δε θέλουμε, ο χρόνος είναι μακρόχρονα απαγορευτικός για κάθε τι το στατικό ενώ η φυλετική επιμειξία είναι αναπόφευκτη. Εκτός από ξεφωνημένους παραχαράκτες της Ιστορίας για χάρη εθνικιστικών σκοπιμοτήτων, ή μάστορες της κατασκευής γνωμών μέσα στα ανθρώπινα κεφάλι (όπως ήταν π.χ. οι χιτλερικοί), μόνο ηλίθιοι θα μπορούσανε δικαιωματικά να μιλάνε ακόμα για το καθαρόαιμο της τάδε ή δείνα φυλής. Στην τελευταία περίπτωση, κάθε σχόλιο μάλλον είναι περιττό. Για να δώσουμε απαντήσεις σε ηλίθιους δεν είμαστε υποχρεωμένοι να χρησιμοποιούμε ηλιθιότητα, ποσό μάλλον ηλιθιότητα ομοειδή.

Θα τολμήσουμε άραγε ποτέ μας εμείς οι νεο-Έλληνες να καταλάβουμε πρώτα, και στη συνεχεία να το διακηρύξουμε δυνατά και ξεκάθαρα μέχρι την τελευταία άκρη αυτού του πλανήτη πως Έλληνας δε σημαίνει υπήκοος κάποιου κράτους που ονομάζεται Ελληνικό, ούτε σημαίνει… Χριστιανός Ορθόδοξος; Πως ο Έλληνας με κεφαλαίο Ε, είναι μια πανάρχαια, πολιτισμική πάνω από όλα δύναμη, που μέσα της συνένωσε την σοφία μιας πλατιάς ποικιλίας προχριστιανικών Πολιτισμών σε μια μονόδρομη πόρευση προς την Αποθέωση του Ανθρώπου και του Πνεύματος που κουβαλάει μέσα του; Πως εκείνο που συνένωσε τους "ιστορικούς/ κλασσικούς" Έλληνες σε Έθνος (με την έννοια της τήρησης ενός και του αυτού Έθους, δηλαδή ενός ενιαίου κώδικα καθημερινών συνηθειών) ήτανε ο,τιδηποτε άλλο εκτός από το "αίμα";

Ο "ιστορικός/ κλασσικός" Έλληνας, υπήρξε το αυθεντικό προϊόν της φυλετικής και πολιτισμικής συγχώνευσης των πανάρχαιων Ελλήνων (που συναντάμε στον "Τίμαιο", ή που τους εντοπίζει ο αιγυπτιολόγος Φλήντερς Πήτρυ να κατοικούνε πριν από τους Αιγυπτίους στο Δέλτα του Νείλου τον εξηκοστό ! αιώνα πριν την απαρχή της χριστιανικής χρονολογίας) με τους Πελασγούς, με τους Ετεοκρήτες, με τους περαστικούς Ετρούσκους, με τους Αχαιούς και τους Μινωοκρήτες, συν τις δωρικές φυλές. Από τις αρχές της πρώτης χιλιετηρίδας πριν από την απαρχή της χριστιανικής χρονολογίας, μέχρι τον πέμπτο με έκτο αιώνα της μεταχριστιανικής εποχής, όταν δηλαδή οι Βυζαντινοί καταστρέψανε συστηματικά ό,τι αρχαιοελληνικό βρισκόταν ακόμα εν ζωή, ή μέχρι ακόμα αργότερα, μέχρι δηλαδή τον δέκατο αιώνα που ακόμα η θρησκεία των Ολύμπιων Θεών συνέχιζε να λατρεύεται στην Λακωνία (1), η έννοια «Έλληνες» περιέγραφε εκείνους που κατείχαν την Ελληνική Παιδεία και συμμερίζονταν τις Ελληνικές αντιλήψεις περί του Θείου, περί του Ανθρώπου και περί του Σύμπαντος. Ο Ισοκράτης στον "Πανηγυρικό" του Λόγο θα γράψει χαρακτηριστικά: "Το των Ελλήνων όνομα πεποϊηκε μηκέιι του γένους αλλά της διανοίας δοκείν είναι, και μάλλον Έλληνας καλείσθαι τους της παιδεύσεως της ημετέρας, ή τους της κοινής φύσεως μετέχοντας."

Αντί να απαντάμε το λοιπόν με υστερίες στις υστερίες σαν φτηνιάρηδες και ανιστόρητοι εθνικιστάκοι, και με ανυπόστατα ιδεολογήματα σε ανυπόστατους αλλά δόλιους ισχυρισμούς, ας τολμήσουμε επιτελούς εμείς οι νεο-Έλληνες να ξαναθέσουμε επί τάπητος το ζήτημα της ελληνικότητας και να την επαναορίσουμε θαρρετά ως εκείνο ακριβώς που ήταν αλλά και θα είναι στην αιωνιότητα: μια σαρωτική δηλαδή πολιτισμική δύναμη, απόλυτα ανεξάρτητη από τις μιζέριες περί... καθαρότητας αίματος, ή από γενεαλογίες, ιθαγένειες και υπηκοότητες. Μια κουλτούρα και στάση ζωής που όπως πολύ εύστοχα το περιέγραψε ο Φρήντριχ Νίτσε, είναι άξια τους σεβασμού όλων για τον λόγο πως κατ' επανάληψη είχε την αντοχή να περιμαζέψει και να εκσφενδονίσει ξανά το δόρυ από το σημείο που οι άλλοι, εξαντλημένοι το 'χανε ρίξει καταγής.(2)

Προγονοί μας είναι οι αρχαίοι Έλληνες αλλά στην μακραίωνη ιστορία μας έχουμε σμίξει ΚΑΙ με Φοίνικες, με Θράκες, με Πέρσες, μ' Αιγύπτιους, με Ρωμαίους, με Γότθους, με Γαλάτες, με Φράγκους, μ' Ενετούς, με Σλάβους, μ' Αρβανίτες, με Τούρκους, με Βούλγαρους, με Βαυαρούς, και ο κατάλογος δεν εξαντλείται. Αυτό το σμίξιμο, φυσιολογικό και αναπόφευκτο για το σύνολο των λαών που δεν είναι κυνηγοί κεφαλών, ή τριπλοκλειδωμενοι πίσω από αδιάβατα σύνορα, (ζούνε άραγε τέτοιοι λαοί για περισσότερο από κάποιες δεκαετίες;) δε μπορεί με κανένα τρόπο να θεωρηθεί σαν αφετηρία για αμφισβητήσεις της Ελληνικότητας. Γιατί είμαστε Έλληνες μόνο και μόνο από το γεγονός πώς εμείς είμαστε οι μόνοι που κρατάμε ζωντανή την ομορφότερη και πλουσιότερη γλώσσα της Ιστορίας, έστω και με την χιλιολαβωμένη μορφή της που έχει καταφέρει να διασωθεί μέχρι τις ημέρες μας. Είμαστε Έλληνες γιατί κάτι αναστατώνεται μέσα μας όταν αντικρίζουμε τους αρχαιολογικούς μας χώρους, έστω κι αν η αμορφωσιά κάνει δυστυχώς την πλειοψηφία από εμας να παραδεχόμαστε πως αυτό γίνεται από ένστικτο περισσότερο, παρά από συγκεκριμένες γνώσεις. Ένστικτο παρόμοιο με του αγράμματου Πελοποννήσιου τσοπάνη επί τουρκοκρατίας, που αναποδογύριζε "τα χαραγμένα μάρμαρα" κάθε φορά που 'βλεπε "φραγκοντυμένους" να ζυγώνουν για πλιατσικολόγημα τους τόπους που οι γεροντότεροι λέγαν πως ήταν η "κληρονομιά από τους προπαππούδες των προπαππούδων"..

Αν πάντως πραγματικά εμείς οι νεο-Έλληνες νιώθουμε να απειλείται η... εγκυρότητα της ελληνικότητας μας, από τους διάφορους καλοθελητές και μισθοφόρους της τεχνοβαρβαρικής αυτοκρατορίας που υποτίθεται πως αποτελεί τον "προηγμένο κόσμο" της εποχής μας, τότε οφείλουμε να δώσουμε τις οποίες μάχες υπεράσπισής της, σε μια τελείως διαφορετική αρένα; Σ' εκείνη που πάντοτε ο Έλληνας βγήκε θριαμβευτής από όλες τις μονομαχίες της μακραίωνης Ιστορίας του. Στην ξεκάθαρα πολιτισμική αρένα, που προκλητικά στέκει αμόλυντη από την ωχρά σπειροχαίτη των "οικονομικών μεγεθών", των "ζωνών πολιτικών επιρροών", και άλλων τραγικά εφήμερων και καταγέλαστων πραγμάτων.

Διαθέτουμε όμως άραγε το ανάστημα και τα κότσια για να κατέβουμε σε έναν τέτοιο στίβο, αναντίρρητα αντάξιοι των μακρινών μας προγόνων, που η μεγαλειώδης ανάμνηση τους όλο και περισσότερο εκτοπίζεται από είτε ανατολίτικα, είτε εξαμερικανισμένα σκουπίδια μέσα στο αφυδατωμένο μας DΝΑ;

Μπορούμε άραγε να αποφασίσουμε επιτέλους το ξόδεμα σημαντικών χρηματικών ποσών για ενίσχυση πολιτιστικών σωματείων αντί για τα χρηματοβόρα ποδοσφαιρικά, εκείνους τους σύγχρονους "μονομάχους" για την βδομαδιάτικη εκτόνωση της επιθετικότητας του όχλου;

Μπορούμε άραγε ν' αποφασίσουμε και να χρηματοδοτήσουμε πλουσιοπάροχα το χτίσιμο βιβλιοθηκών και Φιλοσοφικών Αθήναιων σε όλη τη χώρα, αντί να συνεχίζουμε να προσθέτουμε αναρίθμητες νεόκτιστες εκκλησίες στις ήδη πλεονάζουσες που υπάρχουνε ανά την επικράτεια;

Μπορούμε άραγε να απαγκιστρώσουμε κάποτε το θλιβερά χαμηλό πολιτιστικό επίπεδο του μέσου νεο-Έλληνα από τα σκυλάδικα, τους Λε Πα, το χοντροκομμένο κιτς και τα τσιφτετέλια και να του ανοίξουμε τα μάτια;

Μπορούμε άραγε να ξεπεράσουμε την αμορφωσιά και το μεσαιωνικό σκοτάδι που εν έτει 1991 τολμάει να αφορίζει ανθρώπους της τέχνης και να αρνιέται ταφή (!) σε άνθρωπο που απλώς έπαιξε κομπάρσος σε "ανεπιθύμητη" ταινία;

Μπορούμε άραγε να προσφέρουμε κάποια ωραία ημέρα στα παιδιά μας μια πραγματικά Ελληνική Παιδεία, αντί εκείνης της πρόχειρα ευπρεπισμένης χοντροπροπαγάνδας υπέρ του Γιαχωβά και αντί της, μέσα από το σχολείο, απροκάλυπτης προσπάθειας για συνεχή αναπαραγωγή αυριανών "καλών υπηκόων" ενός απαράδεκτα απολυταρχικού στην συμπεριφορά του Κράτους;

Να κάποια ερωτηματικά, που όχι μόνο βέβαια ακολουθούνται από εκατοντάδες άλλα, μα και που αναπόφευκτα μας οδηγούνε με μαθηματική ακρίβεια σε μια από την ρίζα επανεξέταση ολόκληρου του πολιτιστικού υπόβαθρου των νεο-Ελλήνων. Ενός πολιτιστικού υπόβαθρου που έχει ανδρωθεί μέσα σε μιά σκληρή, δογματική και αδιάλλακτη διαρχία Κράτους κι Εκκλησίας, μέσα σε έναν καραγκιοζέ και κουτσαβάκικο εθνικισμό αλλά την ίδια στιγμή και μέσα σε μιαν εξοργιστική δουλοφροσύνή και ξενομανία, μέσα σε αντί-ιστορικά κατασκευάσματα τύπου "ελληνοχριστιανικός πολιτισμός" και τέλος μέσα από το πιο στυγνό δικτατορικό μονοπώλιο των κοινωνικών και πολιτιστικών πραγμάτων του τόπου μας από την Κυρίαρχη Άποψη.

Στο μέτρο πάντως που αλλάξει κάποτε ο νεο-Ελληνικός νους, αυτή η επανεξέταση θα αποφέρει καρπούς. Τότε σαν Έλληνες θα έχουμε την σπάνια τύχη να κρατάμε στα χέρια μας ως όπλα ενάντια στους όποιους κρετίνους ή βαλτούς που μας ...ελέγχουν το αίμα (..), ένα αναμφισβήτητο ιστορικό αξίωμα και δυο πολιτιστικές εκπληξούλες.

Πρώτον: δεν υπάρχει κανένα απολύτως έθνος στην Ιστορία ολόκληρη που να επέζησε γενετικά "καθαρό". Στο πολιτισμικό τομέα δε, εκείνο που η λέξη ΕΛΛΗΝ αντιπροσωπεύει, θα εξακολουθήσει να αποτελεί (συγγνώμη κύριε Τζαννή Τζαννετάκη (3) αλλά ο γραφών έχει πολύ διαφορετική γνώμη..) τον «Ομφαλό του Κόσμου», τουλάχιστον για όσο καιρό ακόμα η Μάννα Γη Θα φιλοξενεί στην επιφάνεια της την τωρινή μορφή των ανθρώπων.

Δεύτερον (και πιο σημαντικό): ποτέ στην Αρχαία Ελλάδα δεν υπήρξε συγκεντρωτικό "ελληνικό" Κράτος, μέχρι την βίαιη ενοποίηση των Ελλήνων από ένα απ' τα πλέον καθυστερημένα πολιτιστικά κομμάτια τους, τους Μακεδόνες. Πάντοτε η Πόλις και ο Πολίτης σταθήκανε άσπονδοι και ορκισμένοι εχθροί του Κράτους και του Υπήκοου.(4) Επίσης δεν υπήρξε καν στην κανονική Ελληνική η λέξη «Θρησκεία» (5), αφού δεν υπήρξε στην Αρχαία Ελλάδα, ούτε ενιαία λατρεία, ούτε δόγμα, ούτε ιερατείο, αλλά η επικοινωνία με το Θείο ήταν υπόθεση του κάθε ανθρώπου, της κάθε οικογένειας ("Οίκου"), της κάθε Πόλης.

Αυθεντικοί κληρονόμοι των Αρχαίων Ελλήνων, οφείλουμε να πετάξουμε με την πρώτη ευκαιρία κατάμουτρα στους ηλίθιους η στους πράκτορες ξένων συμφερόντων, τις πιο πάνω αλήθειες. Για "να τους κοπεί" μια για πάντα "ο βήχας", να χάσουνε τα θλιβερά σημεία αναφοράς τους και να καταλάβουν πως η αντιπαράθεση δε γίνεται με χρωμοσώματα, ομάδες αίματος και συγκρίσεις εθνολογικών εμφανισιακών χαρακτηριστικών. Αν επιμένουν σε κάτι τέτοιο, τότε ας πάνε να ερευνήσουν τη δική τους "καθαρότητα αίματος". Εμένα και αρκετών ακόμα, η λέξη αυτή, όπως και μια σειρά άλλες που σχετίζονται με εκ της ανυπαρξίας κατασκευές νέων "εθνοτήτων" και συνακόλουθων "προβλημάτων", με αφήνουν τρομερά αδιάφορο, αν όχι γεμάτο οίκτο για την απέραντη κενότητα τους.


Πηγή: www.theasis.gr

2/10/08

Μια αφίσα χίλιες λέξεις

Κάποιοι φαίνεται ότι αντιστέκονται ακόμη. Η αφίσα κυκλοφορεί σε όλο το κέντρο της Θεσσαλονίκης και συνελήφθη από το κινητό μου...




























Και ένα ζουμ κοντινό: