29/4/08

ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΘΕΟΣ, Φ. Νίτσε

ΝΙΤΣΕ
Έχει κατανοηθεί πραγματικά η πιο περίφημη ιστορία που βρίσκεται στην αρχή της Βίβλου η ιστορία του διαβολεμένου φόβου του Θεού για την επιστήμη. Αυτό το κατεξοχήν ιερατικό βιβλίο αρχίζει με τη μεγάλη εσωτερική δυσκολία του ιερέα: γι' αυτόν υπάρχει ένας μόνος κίνδυνος και, κατά συνέπεια, και για τον Θεό υπάρχει ένας μόνο μεγάλος κίνδυνος. Ο παλιός Θεός, εξ ολοκλήρου "πνεύμα", εξ ολοκλήρου με­γάλος ιερέας, εξ ολοκλήρου τέλειος, κάνει βόλτα στον κήπο του: παρ' όλα αυτά βαριέται. Εναντίον της ανίας, ακόμη κι οι Θεοί αγωνίζονται μάταια. Τι κάνει λοιπόν αυτός; Επινοεί τον άνθρωπο - ο άνθρωπος είναι διασκεδαστείς... Αλλά να που κι ο άνθρωπος βαριέται.... Η συμπόνια του Θεού για τη μοναδική αγωνία που χαρακτηρίζει όλους τους παραδείσους, δεν γνωρίζει όρια: ύστερα από λίγο δημιουργεί κι άλλα ζώα. Το πρώτο λάθος του Θεού: ο άνθρωπος δεν βρήκε τα ζώα «διασκεδαστικά" επέβαλε λάθος την κυριαρχία του σ' αυτά, και μάλιστα δεν ήθελε να είναι "ζώο".

"Έτσι ο Θεός δημιούργησε τη γυναίκα. Αυτό ήταν πράγματι το τέλος της ανίας - αλλά και άλλων πραγμάτων! Η γυναίκα ήταν το δεύτερο λάθος του Θεού. "Η γυναίκα είναι από τη φύση της φίδι, Εύα" - κάθε ιερέας το ξέρει αυτό" "από τη γυναίκα έρχεται κάθε συμφορά στον κόσμο"- κάθε ιερέας το ξέρει κι αυτό. "Επομένως, και η επιστήμη προέρχεται απ' αυτήν"... Από τη γυναίκα έμαθε ο άνδρας να γεύεται τον καρπό από το δέντρο της γνώσης. - Τι συνέβη ύστερα; Ο παλιός Θεός καταλήφθηκε από πανικό. Ο άνθρωπος είχε γίνει το μεγαλύτερο λάθος του' ο Θεός είχε δημιουργήσει έναν ανταγωνιστή" η επιστήμη σε κάνει ίσο με τον Θεό" όταν την αγκαλιάσει ο άνθρωπος παίρνουν τέλος οι ιερείς και οι Θεοί. Ηθικό δίδαγμα: η επιστήμη είναι το απαγορευμένο καθ "εαυτό - μόνο αυτή είναι απαγορευμένη.

Η επιστήμη είναι το πρώτο αμάρτημα, το σπέρμα κάθε αμαρτίας, το προπατορικό αμάρτημα. Αυτά τα λόγια αποτελούν την ηθική. "Οφείλεις να μη γνωρίζεις" - τα υπόλοιπα έπονται. Ο πανικός του Θεού δεν μείωσε την εξυπνάδα του. Πώς μπορεί κανείς να αντισταθεί στην επιστήμη; Αυτό ήταν το κυριότερο πρόβλημα του για πολύ καιρό. Απάντηση: Με το να φύγει ο άνθρωπος από τον παράδεισο! Η ευτυχία, η τεμπελιά δίνουν αφορμή για ιδέες - όλες οι ιδέες είναι κακές ιδέες... Ο άνθρωπος δεν πρέπει να σκέφτεται. Κι έτσι ο "κατ' εξοχήν ιερέας" επινοεί την ένδεια, τον θάνατο, τον θανάσιμο κίνδυνο της εγκυμοσύνης, κάθε είδος αθλιότητας, τα γηρατειά, τους μπελάδες, και, κυρίως, την αρρώστια - όλα τα μέσα για τον πόλεμο κατά της επιστήμης.

Η ένδεια δεν επιτρέπει στον άνθρωπο να σκέφτεται... Και όμως - τι τρομερό! - το έργο της γνώσης υψώνεται τεράστιο, ταράζει τον ουρανό, σκορπάει σκοτάδι πάνω στους Θεούς. Τι πρέπει να γίνει τώρα; - Ο παλιός Θεός επινοεί τον πόλεμο, διαιρεί τους λαούς, τα κανονίζει έτσι ώστε οι άνθρωποι να εκμηδενίζουν ο ένας τον άλλο (οι ιερείς χρειάζονταν πάντα τον πόλεμο...). Ο πόλεμος είναι, μεταξύ άλλων, και χαλαστής της επιστήμης! Απίστευτο! Η γνώση, η απελευθέρωση από τον ιερέα, συνεχίζει να αναπτύσσεται παρά τους πολέμους. Και ο παλιός Θεός παίρνει μια τελευταία απόφαση: "Ο άνθρωπος έχει γίνει επιστημονικός - δεν υπάρχει άλλη λύση , πρέπει να πνιγεί!"...

Έγινα κατανοητός. Η αρχή της Βίβλου περιέχει ο κ λ η ρ η την ψυχολογία του ιερέα. Ο ιερέας ξέρει μόνο έναν μεγάλο κίνδυνο: την επιστήμη, την υγιή σύλληψη του αιτίου και του αποτελέσματος. Η επιστήμη όμως δεν ευδοκιμεί γενικά παρά μόνο κάτω από συνθήκες ευτυχίας - πρέπει να υπάρχει ένα πλεόνασμα χρόνου και πνεύματος, για γίνει εφικτή η "γνώση"... "Επομένως, ο άνθρωπος πρέπει να γίνει δυστυχισμένος" - αυτή ήταν η λογική του ιερέα σε όλες τις εποχές. Μαντεύει κανείς τώρα τι εισήχθηκε, σύμφωνα μ' αυτή τη λογική, για πρώτη φορά στον κόσμο: η "αμαρτία"... Η έννοια της ενοχής και της τιμωρίας, ολόκληρη η "ηθική τάξη", επινοήθηκε εναντίον της επιστήμης, ενάντιον της απελευθέρωσης του ανθρώπου από τον ιερέα....

Ο άνθρωπος δεν πρέπει να κοιτά έξω, δεν πρέπει να κοιτά μέσα στον εαυτό του' δεν πρέπει να κοιτά τα πράγματα με εξυπνάδα και προσοχή, για να μάθει, δεν πρέπει να κοιτά καθόλου - πρέπει να υπόφερει.... Και πρέπει να υποφέρει με τέτοιο τρόπο ώστε να χρειάζεται πάντα τον ιερέα. Κάτω οι γιατροί! Ένας Σωτήρας χρειάζεται. Η έννοια της ενοχής και της τιμωρίας, μαζί με το δόγμα της "χάρης", της "λύτρωσης", της "άφεσης" - ψέματα πέρα για πέρα, χωρίς καμιά ψυχολογική πραγματικότητα - επινοήθηκαν για να καταστρέψουν στον άνθρωπο την έννοια των αιτίων: είναι απόπειρα δολοφονίας κατά του αιτίου και του αποτελέσματος! Και δεν είναι μια απόπειρα δο­λοφονίας με το χέρι, με το μαχαίρι, με την ειλικρίνεια στο μίσος και στην αγάπη!

Έχουν γεννηθεί από τα πιο δειλά, τα πιο πονηρά, τα πιο ταπεινά ένστικτα. Απόπειρες ιερέων! Απόπειρες παρασίτων! Βαμπιρισμός ωχρών, υποχθόνιων αιματορουφηχτρών!.. Όταν οι φυσικές συνέπειες μιας πράξης δεν είναι πια "φυσικές", αλλά θεωρούνται ότι προκαλούνται από τα εννοιακά φαντάσματα της δεισιδαιμονίας, από τον "Θεό", από τα "πνεύματα", από τις "ψυχές", σαν να ήταν απλώς "ηθικές" συνέπειες, σαν να ήταν ανταμοι­βή, τιμωρία, νύξη, μέσα εκπαίδευσης, τότε έχει καταστραφεί η προϋπόθεση της γνώσης, τότε έχει διαπραχθεί το μεγαλύτερο έγκλημα κατά της ανθρω­πότητας. - Για να το πούμε μια φορά ακόμη, η αμαρτία, αυτή η κατ'εξοχήν μορφή αυτό-βεβήλωσης του ανθρώπου, επινοήθηκε για να κάνει αδύνατη την επιστήμη, την κουλ­τούρα, κάθε ανύψωση και ευγένεια του ανθρώπου" ο ιερέας κυριαρχεί μέσω της επινόησης της αμαρτίας...

Πηγή: http://www.yseeve.gr/keim/epist_the.htm

28/4/08

«ΕΓΩ, Η ΠΑΛΛΑΣ Η ΑΘΗΝΑ...»

Είμαι ή Σοφία. Είναι δύσκολο για τους ανθρώπους, ακόμη και γιά τους καλύτερους, να με αναγνωρίσουν αμέσως, μέ τους πέπλους πού μέ σκεπάζουν και γιατί, σάν τόν ουρανό, είμαι θύελλα συνάμα καί γαλήνη. Αλλά έσύ, καλέ μου "Αριε, μέ αναζήτησες πάντα καί κάθε φορά πού μέ συνάντησες, έβαλες τά δυνατά σου, μέ δλο σου τό πνεύμα καί δλη τήν καρδιά σου, γιά νά μέ αναγνώρισης.


"Ο,τι έγραψες γιά μένα, ω ποιητή, είναι αληθινό.
Η ελληνική μεγαλοφυία μ' έκαμε νά κατεβώ στην γή καί τήν εγκατέλειψα δταν παρέδωσε τό πνεύμα της. Οι βάρβαροι, πού εισέβαλαν στον κόσμο τής τάξεως πού έδωσαν οί νόμοι μου, αγνοούσαν τό μέτρο καί τήν αρμονία. ' Η ομορφιά τους προκαλούσε φόβο καί τους φαινόταν σάν κάτι κακό. Βλέποντας πώς ήμουν δμορφη, δέν πίστεψαν δτι ήμουν ή Σοφία. Μ" έδιωξαν. "Οταν, σκορπίζοντας μιά νύχτα δέκα αιώνων, φάνηκε ή αυγή της ' Αναγεννήσεως, ξανακατέβηκα στην γη. Επισκέφθηκα τους άνθρωπιοτάς καί τους φιλοσόφους μέσα στά κελιά τους, δπου μέ πάθος φύλαγαν, στό βάθος τών συρταριών τους μερικά βιβλία, τους ζωγράφους καί τους γλύπτες στά εργαστήρια τους, πού δέν ήταν παρά φτωχικά μαγαζιά τεχνιτών. Μερικοί προτίμησαν νά καούν ζωντανοί, παρά νά μέ απαρνη­θούν. "Αλλοι, δπως ό "Ερασμος, διέφυγαν άπό τους ηλιθίους αντιπά­λους τους μέ τήν είρωνεία(...).
Από τότε, άπό τήν στιγμή πού ή σκέψις, στά ανώτερα επίπεδα της, είναι ελεύθερη, είμαι ακατάπαυστα αντικείμενο σεβασμού τών έτπστημόνων, τ&ν καλλιτεχνών καί των φιλοσόφων. ' Αλλά άπό αένα δέχθηκα τήν πιό τρυφερή καί τήν πιό λιτή Ισως λατρεία. " Από σένα καί τις πιό αγνές καί γεμάτες πίστι προσευχές. Πάνω στην ιερή μου ' Ακρόπολι, μπροστά στον ερειπωμένο Παρθενώνα μου, μέ χαιρέτησες μέ τά ωραιότερα λόγια πού ειπώθηκαν ποτέ σ' αυτόν τόν κόσμο, άπό τήν εποχή πού οι μέλισσες μου απέθεταν τό μέλι τους στά χείλη τοϋ Σοφοκλέους καί του Πλάτωνος.

Οι αθάνατοι οφείλουν περισσότερα άπ' όσο νομίζεται σ' αυτούς πού τους λατρεύουν. Τους οφείλουν τήν ζωή. Είναι κι αυτό ένα μυστήριο στό όποιο μυήθηκες. Οι θεοί παίρνουν τήν τροφή τους άπό τους ανθρώπους. Τρέφονται άπό τόν καπνό πού ανεβαίνει άπό τό αίμα τών θυσιών τους. Ξέρεις δτι αυτό σημαίνει πώς ή ουσία τους αποτελείται άπ' όλες τίς σκέψεις καί άπ* όλα τά αισθήματα τών ανθρώπων. Οι σπονδές τών αγαθών ανθρώπων τρέφουν τους αγαθούς θεούς. Οϊ μαύρες θυσίες τής αγνοίας καί τοΰ μίσους παχαίνουν τους άγροίκους θεούς. Τό έχεις πει: οϊ θεοί δέν είναι πιό αθάνατοι άπό τους ίδιους τους ανθρώπους. ' Υπάρχουν αυτοί πού ζουν άπό δυό χιλιάδες χρόνια, βραχύβιοι άν συγκριθούν μέ τά χρόνια τής γης, ή έστω καί της άνθρωπότητος, ελάχιστη καί αδιόρατη στιγμή της ζωής τοϋ σύμπαντος. Σέ δυό χιλιάδες χρόνια, οί φλογεροί ήλιοι πού εκτοξεύονται στό διάστημα, δέν φαίνονται κάν νά έχουν μετακινηθή.

'Εγώ, ή Παλλάς Αθηνά, ή θεά μέ τά ανοιχτόχρωμα μάτια, σέ σένα οφείλω τό δτι ζώ ακόμη. ' Αλλά ήταν λίγο πράγμα ή παράτασις της ζωής μου. Λυπάμαι τους θεούς πού σέρνονται μέσα στους άχρωμους καπνούς ενός υπολείμματος λιβανιού, τήν χλωμή καί θλιμμένη παρακμή τους. Μ' έκαμες πιό όμορφη καί πιό μεγάλη άπ' δσο ήμουν. Μέ έθρεψες μέ τήν δύναμί σου καί μέ τήν ιδεολογία σου καί διά μέσου έσοϋ καί αυτών πού σοϋ μοιάζουν, τό πνεύμα μου έπλάτυνε τόσο, ώστε νά μπορή νά συμπεριλαμβάνη τό σύμπαν τοϋ Κέπλερ καί τοΰ Νεύτωνος.

Ανατόλ Φράνς

ΔΥΟ "ΑΛΛΟΙ" ΚΟΣΜΟΙ

Αλαίν ντε Μπενουά, αποσπάσματα απο το βιβλίο του

"Η θρησκεία της Ευρώπης"

"...Σύμφωνα με τον Χριστιανισμό, κατά την αντίληψη του, ο κόσμος είναι ένας θόλος ή μία σπηλιά, ένα θέατρο όπου γίνονται γεγονότα, των οποίων ή έννοια και το έπαθλο βρίσκονται «αλλού.., δηλαδή στον «άλλο κόσμο... Η συνείδηση τού άνθρώπου με την αντίληψη αύτή δεν είναι συνείδηση με αυτόνομη δράση. Είναι απλώς μία σκηνή, όπου αντιμάχονται οι σκοτειvές δυνάμεις τού Κακού και οι φωτεινές δυνάμεις τού Καλού. Και, αναγκαστικά, είναι αλληλένδετη με μία γραμμική αντίληψη της 'Ιστορίας (ότι πέρασε, δεν ξαναγυρίζει ποτέ και δJ.α όδηγoύv προς το τέλος τής 'Ιστορίας και τον «Xαμενo παράδεισο..) ,τής οποίας το σημείο εκκινήσεως είναι ή δημιουργία και τό σημείο αφίξεως τό «τέλος των καιρών.. τού μεσσιανισμού. 'Ολόκληρη ή ίουδαιοχριστιανική θεολογία στηρίζεται στην διάκριση μεταξύ τού «δημιουργημένου όντος. (τού κόσμου) και του «αδημιούργητου όντος.. (τού θεού). Δηλαδή, ό Κόσμος δεν είναι το . Απόλυτο. 'Η πηγή τής Γνώσεως διακρίνεται ριζικά από την Φύση. Δεν βρίσκεται σ' αυτήν. Ο Κόσμος δεν είναι το «σώμα" τού Θεού. Δεν είναι αιώνιος, ούτε αδημιούργητος, ούτε οντολογικά αυτάρκης. Δεν απορρέει απ’ ευθείας από την θεϊκή ουσία, ούτε είναι τρόπος έκφράσεώς της. είναι ριζικά «- Άλλος" από το . Απόλυτο. Μόνον ένα' Απόλυτο υπάρχει, σύμφωνα με την ίoυδαιoXριστιανική θεολογία: είναι ο Θεός και αυτός είναι αδημιούργητος , χωρίς γέννηση, xωρίς εξέλιξη και οντολογικά αυτάρκης.

Αντίθετα, στις πηγές της παγανιστικής σκέψεως βρίσκει κανείς την ιδέα ότι το σύμπαν είναι έμψυχο και ότι ή ψυχή του κόσμου είναι θεϊκή. Η πηγή τής Γνώσεως προέρχεται από την Φύση και από τον ίδιο τον Κόσμο. Αν υπήρξε «δημιουργία.. δεν ήταν παρά ή αρχή ενός κύκλου. Το σύμπαν είναι το μόνο δεν και δεν υπάρχει κανένα άλλο.

'Ο Κόσμος δεν δημιουργήθηκε και δεν υπήρξε ποτέ αρχή του. είναι αιώνιος και άφθαρτος. 'Ο θεός δεν όλο κληρώνεται, δεν πραγματώνεται, παρά "δια" τού Κόσμου και "εντός".. του Κόσμου. Δηλαδή, ή Θεογονία είναι και ή Κοσμογονία. Ο Κόσμος αντιπροσωπεύει την εξάπλωση του Θεού μέσα στον χώρο και στον χρόνο. Το "δημιούργημα" είναι ομοιούσιον τού "δημιουργού" . Η ψυχή είναι μέρος τής θεϊκής oύσiας. Ή ουσία τού θεού είναι ίδια με την ουσία τού Κόσμου.

Οι Ιδέες αυτές αναπτύσσονται συνεχώς στην πρώτη ελληνική φιλοσοφία. Τις βρίσκει κανείς ακόμα, σαν απόηχο, στον . Αριστοτέλη, στον Πλάτωνα και ύστερα στούς στωικούς. Ό Ξενοφάνης ό Κολοφώνιος (60ς π.χ. αιώνας) καθορίζει τον Θεό σαν την ψυχή τού Κόσμου. Ο Ηράκλειτος γράφει: "'Ο κόσμος αυτός δεν δημιουργήθηκε από κανένα θεό και από κανέναν άνθρωπο. . Υπήρξε πάντα, υπάρχει και θα υπάρχει πάντα, φωτιά αιώνια ζωντανή, ανάβοντας και σβήνοντας με μέτρο..." Για τον Παρμενίδη, πού βλέπει τον Κόσμο σαν ένα ον ακίνητο και τέλειο, το σύμπαν είναι ασύλληπτο, άφθαρτο και αδημιούργητο. Την ίδια γνώμη βρίσκουμε και στον 'Εμπεδοκλή, τον Αναξαγόρα, τον . Αναξίμανδρο, τον Μέλισσο Κ.Ο.Κ.

'Απ' όλα αυτά, μπορούμε να συμπεράνουμε, ότι αυτό πού χαρακτηρίζει περισσότερο τον ίoυδαιοχριστιανικό μovoθεισμό δέν είναι μόνον ή πίστης σ' ένα μοναδικό θεό, άλλά επίσης και ιδίως ή προσχώρηση σε μια δυαδική αντίληψη τού κόσμου. Πράγματι, το παράδειγμα της ελληνικής φιλoσοφίας αποδεικνύει ότι μπορεί να ύπάρξη ένας μη δυαδικός "μονοθεϊσμός", πού ταυτίζει το Απόλυτο Ον και το Σύμπαν και ο όποίος, όπως θα δούμε, δεν είναι θεμελιωδώς ανταγωνιστικός του πολυθεϊσμού, γιατί οι διάφοροι θεοί μπορούν ν' αντιστοιχούν με τις διάφορες μορφές με τις όποίες εκδηλώνεται το Θείον. Λέμε ακόμη, κατά συνέπεια, ότι αυτό πού συνδέει αδιαίρετα τον ίoυδαιοχριστιανικό μονοθεϊσμό με την ανεπιείκεια και την μισαλλοδοξία, δεν είναι το ότι ο Γιαχβέ είναι μοναδικός θεός, άλλά ότι ο μοναδικός αυτός θεός θεωρείται διάφορος τού κόσμου, ανώτερος του και εξ αυτού, είτε το θέλουμε είτε όχι, αντίθετος μ' αυτόν. 'Αντίθετα, στην περίπτωση ενός μη δυαδικού μονοθεϊσμού, ή διακήρυξη της μοναδικότητας τού Θεού δεν είναι παρά ένας τρόπος διακηρύξεως και ίεροποιήσεως της μοναδικότητας τού Κόσμου. Ένας τέτοιος Θεός, όπως και ή Θεικότητα πού ενσαρκώνουν με διαφόρους τρόπους οι θεοί τού παγανισμού, είναι ανεκτικός, γιατί αποτελείται από όλες τις διαφοροποιήσεις τού Κόσμου. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι αντιπροσωπεύει την μοναδική διαφοροποίηση ενός όντος, πού δεν εξαιρεί καμία «άλλη μoρφή», καμία διαφορά, γιατί τις περιλαμβάνει και τις συνδιαλλάσσει όλες. Βασικό, ό Θεός τού παγανισμού είναι ένας "όχι άλλος", ένας ομοούσιος, ίδιος με τον Κόσμο.

Αντίθετα, ό Θεός τού ίουδαιοχριστιανικού μονοθεϊσμού είναι ή κατ' εξοχήν «. Αλλη Μορφή.., είναι ο "'Ολότελα. Άλλος". Και το επικίνδυνο του βρίσκεται ακριβώς σ' αύτήν τήν ριζική διαφορά την όποία ισχυρίζεται ότι έχει, . Εφ' όσον είναι «ένας» όχι με την έννοια τού«μοναχικού», άλλα με την έννοια τού «μοναδικού ατό είδος του», ο Γιαχβέ δεν μπορεί παρά να μειώνει τις διαφορές, να αποκλείει κάθε άλλο θεό που θά μπορούσε να τον επισκιάσει, να διακηρύσσει το κίβδηλο όλων όσων άλλοι λατρεύουν. Στο έργο του «Το στάδιο τής άναπvoης», (έκδ,Μινουί, 1979), ο Ζάν-Λουί Τριστανί απέδειξε, μετά από πολλούς άλλους άλλωστε, τήν έπιρροή τοϋ ίoυδαιοχριστιανικού μονοθεϊσμού στον δεσποτισμό. Αντίθετα, ό παγανισμός είναι ανεκτικός, όχι μόνο γιατί είναι (κατά περίπτωση) πολυθεϊστικός, άλλά και γιατί δεν είναι δυαδικός, γιατί στην «έλλειψη συνεχείας" τού Θεού και τού Κόσμου, αντιπαραθέτει την «συνέχεια.. όλων όσων αποτελούν και ενσαρκώνουν το μόνο απόλυτο όν, δηλαδή τον Κόσμο (άνθρώπων-θεών-φύσεως). Τέλος, γιατί. θέτει τό αξίωμα ότι ένας θεός πού δεν θα ήταν αναπόσπαστο μέρος του Κόσμου αυτού, δεν θα μπορούσε νά είναι Θεός. Γιατί ή το ένα ή το άλλο: "Η ο θεός είναι Μοναδικός, ή ο Κόσμος είναι Μοναδικός. Και στην κατ' έξοχήν μη-θεϊκή διακήρυξη «Τό Βασίλειόν μου ούκ έστιν του κόσμου τούτου.» (Ίωαν. 18, 3), αντιτίθεται ή κατ' εξοχήν θεϊκή διακήρυξη «' Η διαμονή τών ανθρώπων είναι ή διαμονή τών θεών.» ( Ηράκλειτος).

Στην προοπτική του δυαδικού μονοθεϊσμού (του Ιουδαιοχριστιανισμού), ή σχέσις μεταξύ του Κόσμου καί του Απολύτου δεν είναι λοιπόν σχέσις «ταυτίσεως.», ούτε σχέσις απ’ «ευθείας απόρροιας»., αλλά μια σχέσις «ψευδο- ελευθερίας.», αναφερόμενης από την θεολογία της Δημιουργίας. Η Δημιουργία αυτή έγινε από τό «Μηδέν». Δηλαδή ό θεός δεν δημιούργησε τον Κόσμο από μία άμορφη μάζα-ύλη, από ένα προϋπάρχον χάος το όποίο κατεργάσθηκε, γιατί στην περίπτωση αύτή θα υπήρχαν δύο «αδημιούργητα απόλυτα»: ο Θεός και ή "Ύλη". Ούτε καί «συνέλαβε». (με την έννοια της γεννήσεως) τον Κόσμο, γιατί τότε θα ήταν ομοούσιος μ' αυτόν και (σύμφωνα με τον Ιουδαιοχριστιανισμό) μόνον ο Λόγος του Θεού, συλληφθείς και όχι δημιουργηθείς, είναι ομοούσιος μ' αυτόν. Απλώς τον «δημιούργησε.. » " Έτσι, ή σχέση πού τον συνδέει με τον άνθρωπο, είναι συνάμα αιτιατή (ό Θεός είναι ή αρχική αιτία όλων των όντων - δημιουργημάτων) και ηθική (ό άνθρωπος πρέπει νά υπακούει στον Θεό).

Αντίθετα, για τόν παγανισμό, ο Θεός δεν μπορεί νά αποσυνδεθεί από τον Κόσμο.

Η σχέση του λοιπόν με τον Κόσμο δεν συνδέεται με το ότι "είναι" ή αιτία του Κόσμου και οι άνθρωποι δεν είναι "ενδεχόμενα" όντα. (δηλαδή «τυχαία» δημιουργήματα) τα οποία δημιουργήθηκαν οπό το «μηδέν» 0 παγανισμός αρνείται την ιδέα της «Δημιουργίας», ή οποία είναι κεντρική Ιδέα του ιδουαιοχριστιανικού μονοθεϊσμού. " Άλλωστε, το από τον Μεσαίωνα χρησιμοποιούμενο ημερολόγιο του εβραϊσμού θεωρείται ότι κάνει νά συμπίπτουν ο «πρώτος χρόνος. με την "δημιουργία..." Ο αριθμός στον όποιον έφθασε έτσι σήμερα, είναι 5740 και Ισοδυναμεί με το χριστιανικό 1980 και είναι αποτέλεσμα της μελέτης της βιβλικής χρονολογίας. . Ο αριθμός αυτός όμως, θεωρείται πια σήμερα και κατά γενικό κανόνα σον συμβατικός και εκδηλώνει καθαρά μια προσπάθεια νά μη συμπίπτει με κανένα ανθρώπινο γεγονός. (Σ.Μ.:Οί γεωλογικές όμως μελέτες 1ήςΥής, απόλυτα επιστημονικές και βεβαιωμένες πλέον, ανεβάζουν ήδη την ηλικία της σε 10 δια. χρόνια!)

Επίσης, ό παγανισμός αρνείται κάθε μηχανική επιστημολογία και, Ιδίως, αρνείται κάθε γενική ροπή της .Ιστορίας προς μία προκαθορισμέ­νη κατεύθυνση (Σ.Μ.:κλασσική ιουδαιοχριστιανική αρχή), πού κατέληξε σε πολιτικοποίησή της από τον Μαρξισμό Ιδίως, άλλά και από την λεγόμενη Δημοκρατοφιλελευθερία).

Ο παγανισμός, όπως λέει ό Σπένγκλερ, τείνει προς την αντικατάσταση της αιτιοκρατικής αρχής (της θεϊκής δημιουργίας ως αιτίας των πάντων) με την «Ιδέα του πεπρωμένου».

«Ή ιδέα της δημιουργίας είναι το βασικό απόλυτο λάθος κάθε λανθασμένης μεταφυσικής», λέει ο Φίχτε. Από τότε, ο Χάιντεγκερ απέδειξε κι αυτός ότι ή Ιδέα της δημιουργίας δεν ανήκει στην φιλοσοφία. . Η διακήρυξη της ενότητας του "Όντος" και του Κόσμου περιέχει το αξίωμα της αιωνιότητας τους: το «Ον» δέν μπορεί να εμφανίσθηκε από το απόλυτo μηδέν. Συνεπώς ο Κόσμος δεν «άρχισε» και δεν θα «τελειώσει». Το απόλυτο «Ον» πού είναι ο Κόσμος, είναι το «ριζικά αδημιούργητο», είναι ή αιτία τού εαυτού του.

Συνεπώς, ο παγανισμός προϋποθέτει την απόρριψη αυτής της «ελλείψεως συνεχείας», αυτής της Βασικής αποκοπής (τομής) πού αποτελούν την δυαδική φαντασιοπληξία» , για την οποίαν ό Νίτσε γράφει ότι αλλοίωσε τον θεό σε εχθρό της ζωής, ενώ είναι έξαρση και επιδοκιμασία της ζωής» ( «Ο αvτίxριστoς»). Τό να γιατρέψει κανείς τον κόσμο από την μονοθεϊστική τομή, σημαίνει να παλινόρθωση την ενότητα του όντος και να εξαφανίσει την άβυσσο πού διαχωρίζει τον θεό οπό τα .δημιουργήματα» του, να δώσει, τέλος στην ζωή την σημασία των αντιθετικών διαφοροποιήσεών της. Ο θεός δεν δημιούργησε τον Κόσμο, αλλά εξαπλώνεται μέσα του και διό μέσου του. Δεν είναι «πανταχού παρών» στον κόσμο, όπως υποστηρίζεται. Είναι ή ίδια ή διάσταση του Κόσμου, πού, τόσο γενικό όσο και ειδικά, του δίνει την έννοια, ανάλογα με ότι τον κάνουμε εμείς,

Η θέση της ερμηνείας της Καθολικής Εκκλησίας, πού αναπτύχθηκε από τον Τρεμοντόν (βλ. Προβλήματα τού χριστιανισμού» σελ. 47-73), είναι να θεωρεί σαν αποδεδειγμένο το ότι ο κόσμος άρχισε κάποτε και σαν λογικό ότι δημιουργήθηκε. Η πρώτη αρχή, (το ότι άρχισε»), πού ανήκει στην σφαίρα της πειραματικής επιστήμης, τροφοδοτείται από ύπoθεσεις για την μεγάλη έκρηξη» πού υποτίθεται ότι γέννησε το Σύμπαν πριν από 15 δισεκ. χρόνια τουλάχιστον. Η αρχή αύτή είναι πολύ συζητήσιμη, όπως και κάθε θεωρία πού εξαρτά την πίστη» από την λογική» και προσπαθεί να αποδείξει» αιώνιες δοξασίες με επιστημονικό γεγονότα, κατ' αρχήν συμπτωματικό και ύποκειμενα πάντα σε αναθεώρηση. Είναι πιθανό, ότι ή θεωρία της «μεγάλης εκρήξεως» θα ακολουθήσει την τύχη πολλών άλλων και θα αντικατασταθεί από άλλη, πράγμα πού την καθιστά ακριβώς επιστημονική. Αν υποτεθεί ότι μια τέτοια «αρχή του κόσμου» έγινε κάποτε, τίποτα δεν επιτρέπει τον Ισχυρισμό και την βεβαιότητα ότι επρόκειτο για μια αρχή από το μηδέν και όχι για μία αρχή ενός νέου κύκλου». Για μας. Η επιστήμη θα μείνει πάντα βουβή ως προς το μεγάλο θέμα των «απωτάτων αιτιών»).

Η διακήρυξη του παγανισμού ως προς τό «ομοούσιο του θεού με το ανθρώπινο όν» δεν αφήνει χώρο για μια «θεολογία έξoρiας» του ανθρώπου, θεμελιωμένης στην εκρίζωση του. (Σύμφωνα με τήν Ιουδαιο­χριστιανική θεολογία, ο άνθρωπος «εξορίστηκε» από τον παράδεισο μετά το προπατορικό αμάρτημα», δηλαδή την δοκιμή του "δένδρου της γνώσεως"). Ο παγανισμός αντιπαραθέτει την απεραντοσύνη του Κόσμου - θεού», στο «σύνορο» πού αποτελεί ή τομή μεταξύ «αυτού» και του «άλλου» κόσμου (πού είναι «απέραντος»). 'Αντιπαραθέτει στην ψυχή πού «υπερβαίνεται από μια άλλη (θεϊκή) ψυχή» - όπως λέει ό Λεβινός μία ψυχή πού μπορεί να είναι αύτή καθαυτή απέραντη.

Αντιπαραθέτει μία αύτoνoμiα, μια αυτάρκεια, μια «ρίζωση» σ' ένα χώρο, αντί για μια αφηρημένη εξάρτιση (από τον άλλο κόσμο») Kαι μία εκρίζωση (από τον «παράδεισο» στην γη των δακρύων»). Ό παγανιστής νοιώθει τον χώρο όπου γεννήθηκε σαν μια σχέση γιου προς πατέρα. Έχει την «μητέρα - πατρίδα» του, ενώ στον βιβλικό μονοθεϊσμό ή «γη» δεν είναι ο «χώρος καταγωγής», δεν είναι ή «γη της γεννήσεως», άλλα μια «γη προορισμού» πού αποβλέπει σε κάποιο σκοπό. Η γη αυτή είναι αντικείμενο υποσχέσεως ("Γη της 'Επαγγελίας»), με τις δύο έννοιες του όρου: Δηλαδή δεν είναι μια μητέρα, άλλα μια μνηστή η μια σύζυγος (από εκεί πηγάζει ή θεολογία της «εξορίας» και του «γυρισμού»), μια γη πού δεν γίνεται «γη γεννήσεως» παρά με την πραγματοποίηση μιας υποσχέσεως του θεού".

Πηγή: http://www.yseeve.gr/keim/ben_kosm.htm


ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΥΘΕΙΣΜΟΥ

Ο όρος "Πολυθεϊσμός" προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις "πολύς" και "Θεός" και σημαίνει λατρεία πολλών θεοτήτων. Ως "Πολυθεϊσμός" λοιπόν ορίζεται η αντίληψη περί υπάρξεως περισσοτέρων του ενός Θεών. Είναι η αντίληψη μίας πολλαπλότητος των θείων δυνάμεων. Είναι επίσης η αντίληψη ότι το Θείον ενυπάρχει σε πολλές και διαφορετικές οντότητες και υπάρξεις.
Υπάρχουν πολλοί Θεοί και Θεές.
Είναι οι ανώτατες και ισχυρότατες όλων των υπάρξεων.
Είναι πάνσοφες και δίκαιες.
Οι Θεοί και οι Θεές είναι αθάνατοι και άξιοι κάθε σεβασμού και τιμής. Οι Θεοί έχουν πολλές μορφές και μπορούν να επιφαίνονται με πολλούς τρόπους. Είναι τόσο έμφυτοι όσο και ένδημοι. Είναι παρόντες στα στοιχεία και τις μορφές της Υπάρξεως. Εκδηλώνονται μέσα από τις φυσικές δυνάμεις, ως ύλη και ενέργεια, αλλά είναι συνάμα και ανώτατες οντότητες που δεν δεσμεύονται από καμμία υλική μορφή.

Μπορούν ωστόσο να εμφανούν μέσα από ανθρώπινες ή άλλες υπάρξεις, όπως λ.χ. ζώα ή φυτά, ή μέσα από υλικά αντικείμενα. Δεν υπάρχουν ζωϊκά ή μορφικά όρια για τους Θεούς και τις Θεές. Είναι ό,τι επιθυμούν να είναι. Το Θείον είναι πολύμορφο και πολύτροπο, τόσο από πλευράς εμφανίσεως όσο και από πλευράς πραγματικότητος.
Κανένας μοναδικός Θεός ή Θεά δεν κρύβεται πίσω από την πολλαπλότητα των θείων μορφών. Οι Θεοί και οι Θεές είναι αντικειμενικά υπαρκτές οντότητες των οποίων η ύπαρξη δεν εξαρτάται από τις πεποιθήσεις ή τις πράξεις κατωτέρων όντων.
Δεν είναι αρχέτυπα. Δεν είναι φανταστικά σύμβολα των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων ή της ανθρωπίνης διανοίας. Ούτε είναι αλληγορικές αναπαραστάσεις φυσικών συμβάντων και διαδικασιών. Οι Θεοί και οι Θεές είναι πραγματικοί. Υπάρχουν.
Η σοφία και η δύναμή τους δίνουν μορφή σε αυτό το Σύμπαν, σε αυτή την συγκεκριμένη μορφή του Κόσμου. Η ομορφιά και η χάρις τους θα διαρκέσουν αιώνια. Οι Θεοί και οι Θεές είναι ελεύθερες και ανεξάρτητες υπάρξεις. Είναι όλοι τους εξίσου θείοι.
Δεν εξουσιάζονται από καμμία άλλη οντότητα ή δύναμη.
Οι Θεοί και οι Θεές χαίρονται όταν κατώτερα όντα ΕΛΕΥΘΕΡΑ αναγνωρίζουν την ύπαρξή τους και τους απονέμουν σεβασμό και τιμές. Δεν έχουν ωστόσο ανάγκη αυτής της αναγνωρίσεως, ούτε την επιζητούν. Οι παντοδύναμοι Θεοί και Θεές δεν χρειάζονται τίποτε.
Απλώς σχηματίζουν ό,τι επιθυμούν.

Πηγή: http://www.diipetes.gr/html/dx_3.html

27/4/08

ΦΥΓΟΔΙΚΙΑ

25 ΑΡΧΕΣ «ΗΘΙΚΗΣ»

Δεν έχω μεγάλη συμπάθεια στον όρο «ηθική». Γνωρίζω πολύ καλά την «γενεαλογία» της, την οποία θεωρώ ότι διαφώτισε αρκετά καλά ο Νίτσε. Τείνω άλλωστε να πιστέψω ότι υπάρχουν τόσες πολλές «ηθικές» όσα και τα επίπεδα της ανθρωπότητος, πράγμα που βεβαίως παραπέμπει σε έναν σχετικό αριθμό. Αντίθέτως, πιστεύω πολύ στις αρχές που μπορεί να είναι ταυτοχρόνως και κανόνες ζωής (καθώς η κάθε ιστορική πορεία πραγματοποιείται από τον μύθο στις αρχές δια μέσου κάποιας ιδέας). Καταθέτω λοιπόν εδώ τις δικές μου αρχές, στις οποίες θέλω να πιστεύω ότι μένω κατά κανόνα συνεπής.

1. Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΙΝΑΙ ΣΥΜΠΑΙΚΤΗΣ ΤΩΝ ΘΕΩΝ, δεμένος με αυτούς, τόσο για το καλύτερό όσο και για το χειρότερο. Και οι δύο πλευρές δημιουργούν από κοινού. Οι Θεοί δεν είναι υπεράνω, ούτε έξω από εμάς. Δεν είναι ούτε και πέρα από τις αισθήσεις μας. Σημαντικό άλλωστε δεν είναι το να πιστεύει κανείς στο Θείο, αλλά να συμπεριφέρεται με τέτοιον τρόπο ώστε Αυτό να μπορεί να δείξει σε αυτόν εμπιστοσύνη. Σημαντικό είναι να μπορεί να βρίσκει κανείς και να αναγνωρίζει το Θείο μέσα του και να αποκαλύπτει τον εαυτό του, όπως αποκαλύπτεται Αυτό. Το σώμα και η ψυχή είναι ένα και το αυτό πράγμα. Το να φέρνει κανείς το ένα απέναντι στο άλλο, το να αντιπαραθέτει αυτές τις έννοιες, αποτελεί ασθένεια του πνεύματος. Όποιος Θεός δεν συμπεριφέρεται όπως έχει κανείς το δικαίωμα να περιμένει από αυτόν, αξίζει να υποστεί την απάρνηση, υπό τον όρο όμως ότι εκείνος που την τολμά έχει προηγουμένως δώσει το καλύτερο του εαυτού του.

2. ΔΕΝ ΑΡΚΕΙ ΜΟΝΟ ΤΟ ΝΑ ΓΕΝΝΗΘΕΙ ΚΑΝΕΊΣ, ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΚΑΙ ΝΑ «ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΕΙ». Η δημιουργία έπεται της γεννήσεως και δεν μπορεί κανείς να δημιουργηθεί παρά μόνον από τον ίδιο του τον εαυτό. Μόνον έτσι είναι δυνατόν να δώσει στον εαυτό του μία ψυχή, γι' αυτό και ο Έκχαρτ κάνει λόγο για «αυτό-δημιουργία»: «υπήρξα η αιτία του εαυτού μου, εκεί που θέλησα τον εαυτό μου και δεν υπήρξα τίποτε άλλο. Υπήρξα αυτό που θέλησα και αυτό που θέλησα υπήρξε εγώ». Στην Edda «Havamal» (5), ο Θεός Odin παρουσιάζεται θυσιασμένος στον ίδιο του τον εαυτό. Ένα έθνος θεμελιώνει έναν Πολιτισμό όταν γίνεται η αιτία του εαυτού του, η αιτία της υπάρξεώς του, όταν την πηγή μίας αιώνιας ανανεώσεως την βρίσκει μόνο μέσα στην δική του Παράδοση. Το ίδιο ισχύει και με τους ανθρώπους, όπου κάποιος οφείλει να βρίσκει μέσα του τις αιτίες του εαυτού του, καθώς και τα μέσα της όποιας αυτο-υπερβάσεώς του (αντίθετα λ.χ. από τον ηγέτη ενός παρακμιακού Κράτους που κρατεί την εξουσία από εξωτερικά του εαυτού του πράγματα αντί από την υπεροχή των προσωπικών αρχών του).

3. Η ΑΡΕΤΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΛΩΣ ΕΝΑ ΜΕΣΟΝ που αναφέρεται σε κάποια νομοτέλεια. Αντιθέτως, είναι η νομοτέλεια του εαυτού της, η ίδια η αμοιβή της, η εσωτερική ανάκτηση ή η ανάκτηση του εαυτού, η αφετηρία της κάθε αναζητήσεως και της κάθε κατακτήσεως, και πρώτα από όλα η αμοιβαία αναγνώριση και ανακάλυψη του ψυχισμού και της ψυχής. Είναι η θεσμοποίηση του εαυτού μίας απόλυτης ισορροπίας, το να είναι κανείς ο ηγέτης του εαυτού του, να υπακούει στον εσωτερικό αφέντη του και την ίδια στιγμή να διατάσσει τον εσωτερικό του δούλο. Κυρίως είναι η αναζήτηση του Μέτρου.

4. ΔΕΝ ΑΡΚΕΙ ΤΟ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΝΕΙΣ Ο ΕΑΥΤΟΣ ΤΟΥ, αλλά πρέπει επίσης να γίνει τελικά αυτό που μπορεί να γίνει. Να κτισθεί σύμφωνα με την άποψη που έχει δημιουργήσει για τον εαυτό του, αλλά και να μην αρκεστεί ποτέ από το αποτέλεσμα. Πρέπει να θέλει να αλλάξει πρώτα ο ίδιος πριν στραφεί να αλλάξει τον κόσμο, και είναι προτιμότερο να παραδεχθεί τον κόσμο όπως είναι παρά να παραδεχθεί τον εαυτό του όπως είναι. Πρέπει να αναπτύξουμε μέσα μας εκείνες από τις δυνατότητές που καθιστούν ανθρώπους εμάς τους ίδιους. Μία ισχυρή θέληση μάς επιτρέπει να γίνουμε αυτό που θέλουμε ανεξάρτητα από εκείνο που ήμασταν, γιατί η θέληση προηγείται όλων των προκαθορισμών, ακόμη και εκείνου της γεννήσεως, υπό τον όρο βεβαίως να έχουμε την ικανότητα να θέλουμε. Πρώτα από όλα χρειάζεται να καλλιεργήσουμε την εσωτερική ενέργεια, την ενέργεια εκείνη «της οποίας την απόδειξη υπάρξεως μπορεί να δώσει εξίσου ένα μυρμήγκι και ένας ελέφαντας» (Σταντάλ) και που επιτρέπει να παραμένει κανείς μέσα στον χειμώνα αυτό δια μέσου του οποίου επιστρέφει η άνοιξη.

5. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΘΟΡΙΖΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΜΑΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΝΑ ΕΠΙΜΕΝΟΥΜΕ ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ. Να ορίζουμε νόμους για τον εαυτό μας υπό τον όρο όμως να μην τους αλλάζουμε (πράγμα που ωστόσο δεν μας εμποδίζει από το να δίνουμε νέες διαστάσεις στις προοπτικές που επιλέξαμε). Να μην υποχωρούμε, να μην τσακίζουμε. Να συνεχίζουμε ακόμα και αν δεν υπάρχουν πια οι λόγοι για να συνεχίσουμε. Να μένουμε πιστοί στις προδομένες ιδέες, πιστοί ακόμα και για λογαριασμό εκείνων που δεν έμειναν πιστοί. Να μένουμε πιστοί επίσης και σε όλους εκείνους που δεν υπάρχουν πια. Να υπερασπιζόμαστε εναντίον όλων, ακόμα και εναντίον του ίδιου μας του εαυτού, την ιδέα που έχουμε για τα πράγματα και την ιδέα που θέλουμε να έχουμε για τον εαυτό μας.

6. ΝΑ ΜΗΝ ΓΙΝΟΜΑΣΤΕ ΚΥΡΙΑΡΧΟΙ ΚΑΙ ΚΑΤΟΧΟΙ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ ΠΡΙΝ ΓΙΝΟΥΜΕ ΚΥΡΙΑΡΧΟΙ ΚΑΙ ΚΑΤΟΧΟΙ ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΥ ΜΑΣ. Ο αυτοεξαναγκασμός είναι πρωταρχική προϋπόθεση του δικαιώματος εξαναγκασμού των άλλων. Οφείλουμε επίσης να ανεχόμαστε τους συγχρόνους μας, αφού πρώτα μάθουμε να ανεχόμαστε τον εαυτό μας: «ο ποιοτικός άνθρωπος έχει πρώτα απαιτήσεις από τον εαυτό του, ο κοινός άνθρωπος έχει απαιτήσεις μόνο από τους άλλους» (Κομφούκιος). Η ισχύς πρέπει να βασίζεται επάνω στην υπεροχή και όχι η υπεροχή επάνω στην ισχύ. Εκείνοι που ηγούνται έχουν το δικαίωμα να κατέχουν, όμως εκείνοι που κατέχουν δεν έχουν υποχρεωτικά και το δικαίωμα να ηγούνται. Ο ποιοτικός άνθρωπος στέκεται πέρα από δεσποτισμούς, καθώς δεσπόζει όλων των δεσποτών με μέσα που ειδικά του ανήκουν: «μία νέα ευγένεια είναι αναγκαστικώς αντίθετη σε ό,τι ανήκει στον όχλο ή στον δεσποτισμό» (Νίτσε). Όσο ψηλότερα ανεβαίνει κάποιος, τόσο πιο μόνος πορεύεται, τόσο πιο πολύ πρέπει να υπολογίζει στον εαυτό του. Αυτοί που είναι ψηλά είναι υπεύθυνοι για εκείνους που είναι χαμηλότερα, καθώς πρέπει να ανταποκρίνονται στις προσδοκίες τους. Δεν έχουν κανένα πραγματικό προνόμιο πέραν των βαρών που οι άλλοι μπορούν να τους φορτώσουν στους ώμους, στην αντίθετη περίπτωση όλες οι επαναστάσεις γίνονται δίκαιες. Να ακολουθούμε ελεύθερα εκείνους που είναι ανώτεροί μας, να γινόμαστε υπερήφανοι κάθε φορά που πετυχαίνουμε να βρούμε έναν μπροστάρη (Στέφαν Ζωρζ), αφού το αντάλλαγμα του να ακολουθήσουμε έναν τέτοιο άνθρωπο δεν ανιχνεύεται στην σφαίρα της κυριαρχίας αλλά της αμοιβαίας προστασίας. Το να υπακούμε είναι δικαίωμα, το να κυριαρχούμαστε ή να κυριαρχούμε είναι καθήκον, όχι το αντίθετο. Διακηρύσσουμε το ωραίο καθήκον μας να έχουμε δικαιώματα και το ωραίο δικαίωμά μας να έχουμε καθήκοντα.

7. Ο ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΑΜΕΤΡΗΤΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ. Κάθε ύπαρξη έχει την τραγικότητά της, το ίδιο και κάθε διακήρυξη. Ο Κόσμος δείχνει χαοτικός, ωστόσο μπορούμε εύκολα να του δώσουμε μία μορφή. Κάθε τι που κάνουμε δεν έχει άλλη έννοια από εκείνη που του δίνουμε εμείς. Το μόνο αντάλλαγμα είναι ότι όλα απηχούν σε όλα. Οι μικρές χειρονομίες μας έχουν μία συνέπεια στα πιο απομακρυσμένα σημεία του σύμπαντος. Η ύπαρξη του Κακού δεν μπορεί να ορισθεί θετικά, παρά μόνον ως περιορισμός αυτού που πρέπει να επέλθει, περιορισμός της μορφής που τα όντα δίνουν στον Κόσμο. Ίσως δεν είναι τίποτε περισσότερο από καθαρή και αιώνια αρνητικότητα.

8. ΑΞΙΖΟΥΜΕ Ο,ΤΙΔΗΠΟΤΕ ΜΑΣ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΣΕ ΑΤΟΜΙΚΟ ΚΑΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ. Από ένα σημείο και ύστερα δεν υπάρχει ούτε τύχη, ούτε σύμπτωση. Οι αντίπαλοί μας δεν έχουν σε τελευταία ανάλυση καμμία άλλη δύναμη πέραν εκείνης που τους παρέχουν οι δικές μας αδυναμίες. Συνεπώς όχι μόνο πρέπει να αποδεχόμαστε, αλλά και να επιθυμούμε εν τέλει αυτό που συμβαίνει. Πρέπει να επιθυμούμε αυτό που συμβαίνει από την στιγμή που θα αποδειχθούμε ανήμποροι να το εμποδίσουμε να συμβεί. Αυτό δεν είναι παραίτηση, αλλά διατήρηση της ελευθερίας μας, είναι το μόνο μέσον ορθής αντιδράσεως όταν καμμία δράση δεν απομένει να αναπτυχθεί. Ο Στωϊκισμός προσφέρει την μόνη δυνατή συμπεριφορά, όταν οι άλλοι δεν αντέχουν πλέον να παραμείνουν στωϊκοί. Πρέπει να πράττουμε έτσι, ώστε εκείνο επάνω στο οποίο δεν μπορούμε να επιδράσουμε να μην μπορεί και αυτό να επιδράσει επάνω σε εμάς (Τζούλιους Έβολα).

9. Η ΑΡΧΗ ΕΙΝΑΙ Η ΔΡΑΣΗ. Δεν υπάρχουν λόγοι υπάρξεως στα μεγάλα και δυνατά πράγματα, αφού αυτά ούτως ή άλλως πρέπει να υπάρχουν ή να γίνονται (δεν είναι ωστόσο μεγάλο και δυνατό κάθε τι που δεν έχει λόγο υπάρξεως). Σπουδαιότητα έχει η δράση και όχι εκείνος που την αναλαμβάνει. Το ίδιο και η αποστολή και όχι εκείνος που την φέρει εις πέρας. Να σταθούμε ενάντιοι στον ατομισμό, διεκδικώντας μία ενεργητική από-προσώπηση. Εκείνο που πραγματικά πρέπει να πράξει κάποιος δεν εξηγείται με κίνητρα. Η αριστοκρατία σιωπά.
10. Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΤΙΜΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΝΑ ΜΗΝ ΠΑΡΑΒΑΙΝΟΥΜΕ ΠΟΤΕ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΠΟΥ ΈΧΟΥΜΕ ΟΙ ΙΔΙΟΙ ΒΑΛΕΙ ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΑΣ. Η εικόνα που δημιουργούμε για τον εαυτό μας, γίνεται αληθινή από την στιγμή που συμμορφωνόμαστε με αυτήν. Από εκεί και ύστερα, το αν πρόκειται για μία «εικόνα» ή για μία «πραγματικότητα» έχει πολύ μικρή σημασία. Οι δύο όροι συμπίπτουν. Η ιδέα που λαμβάνει σάρκα, αποτελεί ούτως ή άλλως την πραγματική ενσάρκωση του Λόγου. Κάθε υποχρέωση υποχρεώνει, καμμία περίσταση δεν αποδεσμεύει. Ο καλύτερος τρόπος για να μην ντρεπόμαστε για τους άλλους, είναι να μπορούμε να αισθανόμαστε υπερήφανοι για τον εαυτό μας.

11. Ο ΤΡΟΠΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΟΤΕ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ. Η ωραία πράξη είναι πάντοτε πιο σημαντική από το δόγμα. Το ωραίο δεν είναι ποτέ κακό. Καλύτερα να πράξουμε πολύ καλά πράγματα που είναι μέτρια, παρά να πράξουμε με άσχημο τρόπο πράγματα υπέροχα. Ο Τρόπος με τον οποίο πράττουμε τα πράγματα αξίζει περισσότερο από τα ίδια τα πράγματα. Ο Τρόπος επίσης που ζούμε τις ιδέες μας, αξίζει περισσότερο από αυτές τις ίδιες. Ο Τρόπος που ζούμε την ζωή μας, αξίζει περισσότερο από εμάς που ζούμε, και πολλές φορές περισσότερο και από αυτή την ίδια την ζωή. «Όταν κάποιος έχει περισσότερο απλότητα παρά τρόπο είναι αγροίκος. Όταν έχει περισσότερο τρόπο παρά απλότητα είναι γελοίος. Ο ποιοτικός άνθρωπος έχει εξίσου απλότητα και τρόπο» (Κομφούκιος).

12. ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΤΟΥ ΝΙΤΣΕ «ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΗΣ ;». Την απάντηση που έδωσε ο ίδιος, ότι «είναι εκείνος που αναζητεί τις καταστάσεις που επιβάλλουν σαφείς συμπεριφορές. Εκείνος που εγκαταλείπει την «ευτυχία» στις μάζες, μία «ευτυχία» που περιορίζεται σε ψυχική ηρεμία, βολή, άνεση και αγγλοσαξονική εμπορευματοκρατία. Είναι εκείνος που αναζητεί ενστικτωδώς τις βαρύτερες ευθύνες, εκείνος που ξέρει να κάνει παντού εχθρούς, εν ανάγκη να κάνει εχθρό ακόμα και τον ίδιο του τον εαυτό».

13. ΝΑ ΤΟΠΟΘΕΤΟΎΜΕ ΤΟ ΚΑΘΗΚΟΝ ΜΑΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΘΗ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΘΗ ΜΑΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΜΑΣ. Το να κάνουμε υποτίθεται «καλές πράξεις» για να κερδίσουμε την ατομική «σωτηρία» μας, να πάμε στον παράδεισο, κ.ο.κ., δεν είναι παρά χυδαία εξυπηρέτηση ενός προσωπικού συμφέροντός μας. Πρέπει να πράττουμε εκείνο που είναι ανάγκη να πραχθεί, όχι εκείνο που μας αρέσει. Το τελευταίο απαιτεί ωστόσο μία εκγύμναση, ο άνθρωπος έχει ανάγκη από κανονισμούς για να «κτισθεί», καθώς από την φύση του είναι άμετρα εύπλαστος. Να βλέπουμε την δράση ως εξυπηρέτηση και το καθήκον ως προορισμό.

14. ΝΑ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΟΥΜΕ ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΩΣ ΝΑ ΕΠΑΝΑΦΕΡΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΡΜΟΝΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΣΥΜΠΤΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΡΧΩΝ. Να πράττουμε πάντοτε σύμφωνα με τα λόγια μας. Όταν τα λόγια μας υπερβαίνουν τις πράξεις μας δεν είμαστε περισσότερο κυρίαρχοι του εαυτού μας από όταν οι πράξεις μας υπερβαίνουν τα λόγια μας. Το να είμαστε ειλικρινείς δεν είναι το να λέμε την αλήθεια, αλλά το να προσχωρούμε ολοκληρωτικά και χωρίς υστεροβουλίες σε ό,τι επιχειρούμε.

15. ΝΑ ΜΗΝ ΜΕΤΑΝΟΟΎΜΕ, ΑΛΛΑ ΝΑ ΜΑΘΟΥΜΕ ΝΑ ΕΞΑΓΟΥΜΕ ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ. Να εξαντλούμε κάθε δυνατότητά μας για να αποφύγουμε να πράξουμε το κακό, εάν όμως το πράξουμε να μην επιζητούμε δικαιολογίες. Οι δικαιολογίες που δίνουμε στον εαυτό μας δεν είναι παρά υπεκφυγές. Η μετάνοια δεν αποβλέπει στην απόσβεση του λάθους, αλλά στην ανάπαυση μιας ένοχης συνειδήσεως. Πρέπει να ανταποδίδουμε το καλό στο καλό και την δικαιοσύνη στο κακό (εάν ανταποδίδαμε το καλό στο κακό, τότε τι θα άρμοζε να αποδώσουμε στο καλό, και, τέλος, τι αξία θα είχε κάτι τέτοιο ;).

16. ΝΑ ΜΗΝ ΣΥΓΧΩΡΟΥΜΕ ΤΙΠΟΤΕ, ΑΛΛΆ ΝΑ ΑΦΗΝΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΛΗΘΗ ΑΡΚΕΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ. ΝΑ ΜΗΝ ΜΙΣΟΥΜΕ ΠΟΤΕ, ΑΛΛΆ ΝΑ ΠΕΡΙΦΡΟΝΟΥΜΕ ΑΡΚΕΤΑ ΣΥΧΝΑ Τα συναισθήματα των χυδαίων είναι μίσος, μνησικακία, ευερεθιστικότητα, ματαιοδοξία, τσιγκουνιά. Το μίσος είναι το ακριβώς αντίθετο της περιφρονήσεως, η μνησικακία της λησμοσύνης, η ευερεθιστικότητα της αυτοπεποιθήσεως, η ματαιοδοξία της αξιοπρέπειας, η τσιγκουνιά της χαριστικότητος. Από όλα αυτά τα χυδαία συναισθήματα, το πιο αξιοπεριφρόνητο είναι η μνησικακία. Ο Νίτσε έχει πει: «βρισκόμαστε στο κατώφλι των καιρών του αξιοπεριφρόνητου ανθρώπου, εκείνου που δεν είναι ικανός ούτε τον εαυτό του να περιφρονήσει».

17. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΓΓΕΙΛΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΝΤΊΛΗΨΗ ΤΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΟΦΕΛΕΙΑΣ ΌΛΩΝ. Στον άνθρωπο ισχύει ό,τι και με τους στρατούς που είναι ήδη αποτυχημένοι άπαξ και για να πολεμήσουν έχουν ανάγκη να γνωρίζουν γιατί ακριβώς πολεμούν. Υπάρχει βεβαίως και ένα χαμηλότερο επίπεδο, όταν ένας στρατός πρέπει να πεισθεί ότι η αιτία που πολεμάει είναι σωστή. Ένα ακόμη χαμηλότερο είναι το να πολεμάει μόνο όταν είναι σίγουρος πως θα νικήσει. Όταν πρέπει να επιχειρήσουμε κάτι, δεν χρειάζεται να νοιαζόμαστε, παρά μόνον δευτερευόντως, για το εάν αυτό που επιχειρούμε μπορεί ή όχι να πετύχει. Όμως δεν αρκεί να επιχειρούμε ακόμα και όταν δεν είμαστε βέβαιοι για την επιτυχία, χρειάζεται να επιχειρούμε ακόμα και όταν είμαστε βέβαιοι για την αποτυχία. Γιατί η ανώτατη τιμή είναι να μένουμε πιστοί στους κανόνες που θέσαμε στον εαυτό μας, ακόμα και αν είμαστε απολύτως βέβαιοι ότι μας περιμένει η αποτυχία. Το να επιθυμήσουμε να μιμηθούμε τον αντίπαλο με την δικαιολογία ότι αυτός έχει τον τρόπο να επιτυγχάνει ισοδυναμεί με το να καταντούμε εμείς οι ίδιοι εχθροί του εαυτού μας, μην διαφέροντας σε τίποτε από τον κανονικό εχθρό. Η χαμέρπεια αναδύεται από την στιγμή που πριν από μία πράξη θ' αρχίσουμε να αναρωτιόμαστε περί «χρησιμοτήτων», περί «ωφελειών» και περί «των λόγων που μας υποχρεώνουν» σε αυτή την πράξη. Ένας από τους μεγαλύτερους παραλογισμούς είναι το να προσπαθούμε να διατηρήσουμε κάτι που θα χάσουμε οπωσδήποτε, το να καταλήξουμε απολογητές των ζωντανών σκύλων και των νεκρών λεόντων.

18. Η ΑΡΕΤΗ, ΟΠΩΣ ΚΑΙ Η ΔΙΑΣΤΡΟΦΗ, ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΊ ΠΑΡΑ ΝΑ ΕΊΝΑΙ Η ΠΡΟΙΚΑ ΜΙΑΣ ΜΙΚΡΗΣ ΕΠΙΛΕΚΤΗΣ ΟΜΑΔΟΣ. Και στις δύο περιπτώσεις απαιτείται η ίδια ποσότητα αυτοκυριαρχίας και κινητήρια δύναμη είναι η καθαρή θέληση, όχι μία κάποια α ή β «ηθική». Η ελευθερία της πράξεως συμβαδίζει πάντοτε με την ελευθερία απέναντι σε κάτι. Πρέπει να επιθυμούμε πράγματα για τα οποία αισθανόμαστε τους εαυτούς μας ικανούς και να τα αποποιηθούν: «Μας επιτρέπεται να πράξουμε κάτι στο μέτρο που μπορούμε επίσης να μην το πράξουμε... μας επιτρέπεται να επιθυμούμε κάτι - και να το αποκτήσουμε- στο μέτρο που είμαστε ικανοί να τα αποχωρισθούμε» (Έβολα).

19. ΝΑ ΜΗΝ ΕΠΙΔΙΩΚΟΥΜΕ ΝΑ ΠΕΙΣΟΥΜΕ ΑΛΛΑ ΝΑ ΑΦΥΠΝΙΣΟΥΜΕ. Η ζωή βρίσκει νόημα σε πράγματα που είναι μεγαλύτερα από αυτήν αλλά όχι πέρα από αυτήν. Αυτά που είναι μεγαλύτερα από την ζωή δεν εκφράζονται με λέξεις, ωστόσο γίνονται μερικές φορές αισθητά. Πρέπει να δίνουμε προβάδισμα στην ψυχή απέναντι στο πνεύμα, στην ζωή απέναντι στην σκέψη, στην εικόνα απέναντι στην αντίληψη.

20. ΝΑ ΚΑΛΛΙΕΡΓΟΥΜΕ ΤΟΝ ΛΥΡΙΣΜΟ. Ο λυρισμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ηθικός «κανόνας», υπό τον όρο να έχει τεθεί ως βασική σχέση της υπάρξεως, όχι ως η σχέση του ανθρώπου προς τον άνθρωπο, αλλά ως η σχέση του ανθρώπου προς το Σύμπαν (αφού ο μόνος τρόπος για να φθάσει κανείς στους ανώτερους Κόσμους είναι να κτίζεται σε αναλογία προς αυτούς). Οι μεγάλοι ηγέτες είναι εκείνοι που χάρη σε αυτούς οι άνθρωποι μπορούν να σκέπτονται λυρικά για τους εαυτούς τους.

21. ΝΑ ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΟΜΑΣΤΕ ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΩΣ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΜΕΤΑΤΡΕΠΕΙ ΣΕ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΑ ΚΑΙ ΠΟΥ ΚΑΝΕΙ ΔΥΝΑΜΙΚΑ ΟΛΑ ΤΑ ΜΕΛΛΟΝΤΑ. Το να δεχόμαστε το παρόν με την ενθουσιώδη ανάταση της στιγμής είναι το να μπορούμε να απολαμβάνουμε συγχρόνως όλες τις στιγμές του. Παρελθόν, παρόν και μέλλον είναι 3 προοπτικές τι ίδιο επίκαιρες, είναι τα παντοτινά δεδομένα της ιστορικής πορείας. Είναι όλα όσα παρουσιάζουν τα όσα ήδη έχουν συμβεί, κατά τον ίδιο τρόπο με εκείνα που πρόκειται να ξανασυμβούν.

22. ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΒΑΛΟΥΜΕ ΚΑΤΙ ΣΠΟΥΔΑΙΟ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΥ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ. Και αυτό ακόμα και αν η εποχή ή η εκάστοτε κοινωνία προσπαθούν να μας εμποδίσουν. Συνήθως μία κοινωνία παραφρονεί μέσα από δύο τρόπους: είτε με το να απαιτεί πάρα πολλά, είτε με το να μην προτείνει τίποτε. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τους ανθρώπους.

23. ΝΑ ΑΓΑΠΑΜΕ ΤΗΝ ΜΟΝΑΔΙΚΟΤΗΤΑ. Να αντέχουμε να ανήκουμε στην παράταξη του πολικού αστέρος, του άστρου που μένει στην θέση του στον ουράνιο θόλο ενώ όλα τα υπόλοιπα διαρκώς περιστρέφονται. Στο κέντρο κάθε κινήσεως υπάρχει ηρεμία (Γιούνκερ), όπως στον άξονα του τροχού. Να καλλιεργούμε μέσα μας εκείνο που οι ποιοτικοί άνθρωποι ξέρουν να διατηρούν αμετακίνητο μέσα σε όλες τις καταστάσεις: το «παιγνίδι» του Κομφούκιου, το «πουρούσα» των Ινδών, την «humanitas» των Ρωμαίων, δηλαδή τον εσωτερικό πυρήνα του ανθρωπίνου όντος.

24. Η ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΕΥΛΑΒΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΚΕΙΝΗ ΤΟΥ ΑΠΟΓΟΝΟΥ, ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΕΙ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΠΡΟΓΟΝΟΥΣ, ΤΗΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΘΝΟΣ ΣΤΟ ΟΠΟΙΟ ΑΝΗΚΕΙ. Ο Ιησούς, ισχυριζόμενος ότι ο Ιωσήφ δεν ήταν πραγματικός πατέρας του, αλλά ότι ο ίδιος ήταν υιός τού ενός μοναδικού Θεού, ένας αδελφός των πάντων, εγκαινιάζει την διαδικασία απαρνήσεως των πατρίων. Για εμάς όμως, οι εξαφανισμένοι πρόγονοί μας δεν είναι ούτε πνευματικά νεκροί, ούτε περασμένοι οριστικά σε έναν άλλο κόσμο. Στέκουν δίπλα μας, ως ένα αόρατο αλλά θροϊζον πλήθος. Μας περιτριγυρίζουν όσο εμείς οι απόγονοί τους είμαστε άξιοι να τιμούμε την μνήμη τους. Αυτή είναι η αντίληψη που γέννησε στα αρχαία χρόνια την λατρεία των προγόνων, αλλά και το αυτονόητο καθήκον να τιμάται το όνομά τους.

25. ΟΛΟΙ ΟΙ ΠΟΙΟΤΙΚΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΙΝΑΙ ΑΔΕΛΦΙΑ. Αδέλφια ανεξαρτήτως φυλής, χώρου και χρόνου.(Κείμενο που γράφτηκε τον Ιούλιο του 1977 από τον Αλαίν ντε Μπενουά.

ΓΑΛΗΝΟΣ "ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ"

Απληστία και Αυτάρκεια «…..Ας δούμε τώρα με την ησυχία μας τι είδους πάθος είναι η απληστία Εναυσμα για την έρευνα θα μας δώσει η απληστία για φαγητό . Απληστία σε αυτήν την περίπτωση ονομάζεται η πέραν του μέτρου κατανάλωση τροφής. Και το μέτρο εδώ ορίζεται με βάση την χρησιμότητα της τροφής. Η χρησιμότητά της συνίσταται στο να θρέψει το σώμα. Και θα το θρέψει καλά εάν θα έχει χωνευτεί καλά. Και θα έχει χωνευτεί καλά εάν έχει προσληφθεί με μέτρο διότι γνωρίζουμε πως η περίσσια τροφή μένει αχώνευτη. Ετσι και συμβεί αυτό αναπόφευκτα χάνεται η χρησιμότητά της. Γιατί αν το σώμα καταπονηθεί από την περίσσια τροφή τότε θα την αποβάλει και έτσι χάνεται κάθε ωφέλεια. Αλλωστε την τροφή δεν την παίρνουμε για να την αποβάλουμε αλλά για να φτάσει αυτή σε όλα τα σημεία του σώματος...
Τώρα που έμαθες τι σημαίνει η απληστία για το σώμα άς συνεχίσουμε με την ψυχή και ας δούμε και εκεί την φύση της εξετάζοντας σε τι περιπτώσεις εκδηλώνεται , αρχίζοντας με τα υλικά αγαθά. Ορισμένα από αυτά δεν κάνουμε καλά που τα επιθυμούμε και τέτοια είναι τα μαργαριτάρια , οι σαρδόνυχες και όλοι οι άλλοι πολύτιμοι λίθοι που οι γυναίκες φαντάζονται ότι στολίζουν όσες τα φοράνε. Στην ίδια κατηγορία ανήκουν και τα χρυσούφαντα ιμάτια , η κάποια με περιττά στολίδια και άλλα που έρχονται από τόπους μακρινούς , όπως τα λεγόμενα μεταξωτά Όμως κάποια αγαθά που βοηθούν το σώμα να παραμένει υγιές καλώς τα επιδιώκουμε. Και τέτοια γενικά είναι τα τρόφιμα , τα ρούχα τα υποδήματα και η κατοικία.
Στην ίδια κατηγορία προφανώς ανήκουν και όσα αγαθά είναι χρήσιμα στους ασθενείς Το λάδι για παράδειγμα είναι χρήσιμο και για τους ασθενείς και για τους υγιείς και υπάρχουν και πολλά άλλα τέτοια που λίγο ως πολύ ωφελούν το σώμα Τώρα λοιπόν φαντάζομαι πως έχεις πια ξεκάθαρα αντιληφθεί ποιο είναι το ποσοτικό όριο στην απόκτηση των αγαθών. Όπως είναι σαφές ότι ένα υπόδημα με μήκος μισό πήχη είναι τελείως άχρηστο έτσι πρέπει να γίνει σαφές ότι το να έχουμε πέντε ή δέκα ζευγάρια υποδήματα παραπάνω από τα δύο που φοράμε είναι εξ΄ ίσου περιττό και άχρηστο. Δηλαδή εάν έχεις δύο δεν σου αρκούν για τις ανάγκες σου ; Σου φτάνει λοιπόν να έχεις και δύο εσθήτες , δύο δούλους και από δύο σκεύη. Εμείς όμως όχι μόνον δεν αρκούμαστε σε αυτά αλλά όλα γενικά τα αποκτήματά μας είναι πολύ περισσότερα.
Το εισόδημα και η περιουσία μας είναι πολύ μεγαλύτερα από αυτά που χρειαζόμαστε για να φροντίσουμε την υγεία μας. Κάποιοι μάλιστα που διαλέγουν τον λεγόμενο «απολαυστικό βίο» , ξοδεύουν όχι μόνον τα διπλά και τριπλά αλλά και πέντε και δέκα και τριάντα φορές περισσότερα από ότι εμείς Εσύ όπως βλέπω ζείς όπως και εγώ αλλά σε αντίθεση με μένα έχεις στενοχώριες αν και η περιουσία σου κάθε χρόνο αυξάνεται, Από τα εισοδήματά σου ξοδεύεις μόνον το ένα δέκατο και τα υπόλοιπα έρχονται να προστεθούν στα υπάρχοντά σου. Βλέπω πως δεν τολμάς να ξοδέψεις ούτε για καλές πράξεις ούτε για την αγορά ή παραγωγή βιβλίων , ούτε για την εκπαίδευση των αντιγραφέων ώστε να βελτιωθούν στην στενογραφία ή την καλλιγραφία .Ούτε βέβαια σε βλέπω να μοιράζεις χρήματα , τρόφιμά, ρούχα και ιατρική βοήθεια στους αναξιοπαθούντες όπως κάνω κάθε τόσο εγώ !
Είσαι σε θέση να δείς ο ίδιος την αιτία της λύπης και της στεναχώριας σου ή ποθείς να ακούσεις το όνομά της από μένα ; Εάν αυτό επιθυμείς , μάθε λοιπόν πως αιτία όλων αυτών είναι εκείνο που οι Ελληνες ονομάζουν άλλοτε απληστία και άλλοτε πλεονεξία. Απληστία επειδή μένουν ανεκπλήρωτες οι επιθυμίες σου και πλεονεξία επειδή επιθυμείς πάντα να αποκτήσεις περισσότερα από όσα έχεις….. Και όμως είναι προτιμότερο να είσαι πρώτος στην αυτάρκεια (παρά στα πλούτη) και αυτό εξαρτάται από εσένα. Το να είσαι πρώτος στα πλούτη είναι αποτέλεσμα τύχης και όχι αρετής Η τύχη μπορεί να κάνει ακόμη και τους δούλους και τους απελεύθερους πλουσιότερους και από εμάς τους λεγόμενους ευγενείς Εσύ όμως ακόμη και αν αποκτήσεις περισσότερα από όλους τους συμπολίτες σου θα βασανίζεσαι από την σκέψη ότι κάποιος άλλος σε άλλη πόλη έχει περισσότερα από σένα Και εάν και σε αυτό η τύχη σου χαμογελάσει τότε θα πάς και στα άλλα έθνη θέλοντας να ξεπεράσεις και τους εκεί πλούσιους..
Επομένως παρά τα πλούτη σου θα παραμείνεις αιώνια φτωχός γιατί οι επιθυμίες σου δεν έχουν όρια…. . Ας δούμε τώρα και την απληστία σε σχέση με την δόξα και τα δημόσια αξιώματα. Εάν καταφέρεις να αποδιώξεις και αυτό το είδος της απληστίας από πάνω σου τότε θα έχεις έναν επί πλέον λόγο να μην στεναχωριέσαι. Εσένα δεν σου αρκεί να σε τιμούν μόνο οι γνωστοί σου μα θέλεις να σε εκθειάζουν οι πάντες μέσα στην πόλη. Αναλογίστηκες όμως τι ποσοστό είναι αυτό σε σχέση με όλους τους άλλους κατοίκους της Ασίας οι οποίοι σε αγνοούν ; Δεν αποκλείεται λοιπόν να θελήσεις να σε γνωρίσουν και αυτοί ώστε να σε τιμούν και να σε δοξάζουν ! Δεν είναι αυτό προιόν υπέρμετρης φιλοδοξίας και ματαιοδοξίας ; Αν αφήσεις λοιπόν να απλωθούν οι επιθυμίες σου και σε αυτήν την κατεύθυνση τότε σίγουρα θα υποφέρεις περισσότερο. Ας ασκηθούμε λοιπόν με όλες μας τις δυνάμεις για να απαλλαγούμε από την στεναχώρια. Ας πείσουμε τον εαυτό μας ότι η απληστία είναι το χειρότερο πάθος της ψυχής ! Αυτή είναι η βάση της φιλοχρηματίας ,της φιλοδοξίας , της φιλαρχίας και της εριστικότητας Πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας πάντα το δόγμα της αυτάρκειας που είναι στενά συνδεδεμένο με το θέμα της απληστίας….
Αν λοιπόν θέλουμε να ζούμε χωρίς πόνο ψυχής , και αυτό εξαρτάται από εμάς , τότε άς έχουμε πάντοτε στο νού μας το δόγμα της αυτάρκειας και της απληστίας. Ποιός άραγε δεν θα ήθελε να απαλλαγεί για όλη του τη ζωή από τις στεναχώριες ; Ποιος δεν θα προτιμούσε αυτό παρά το να έχει τα πλούτη του Μίδα και του Κίνυρου ; ….»

ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ - "ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΜΕΝΟΙΚΕΑ"

" Όσο είναι κανείς νέος ας μην αναβάλλει για το μέλλον τη φιλοσοφία, μα κι όταν γεράσει ας μην βαριέται να φιλοσοφεί. Γιατί για κανέναν δεν είναι ποτέ νωρίς και ποτέ αργά για ότι έχει να κάνει με την υγεία της ψυχής του. Κι όποιος λέει πως δεν ήρθε ακόμα η ώρα για φιλοσοφία ή ότι πέρασε πια ο καιρός, μοιάζει με άνθρωπο που λέει πως δεν είναι ώρα τώρα για την ευτυχία ή πως δεν έμεινε πια καιρός γι' αυτήν. Πρέπει, λοιπόν, να φιλοσοφεί και ο γέρος και ο νέος: ο ένας ώστε καθώς γερνά, να νιώθει νέος μες στα αγαθά που του προσφέρει η χάρη των περασμένων ενώ ο άλλος, αν και νέος, να είναι συνάμα και ώριμος, αφού δεν θα 'χει αγωνία για το αύριο. Χρειάζεται, λοιπόν, να στοχαζόμαστε τα όσα φέρνουν την ευδαιμονία, αφού όταν την έχουμε, έχουμε τα πάντα, κι όταν τη στερούμαστε κάνουμε τα πάντα για να την αποκτήσουμε.
Να πράττεις και να μελετάς αυτά που συνεχώς σου παράγγελνα, θεωρώντας τα ως βασικές αρχές του καλώς ζην. Πρέπει να 'χουμε κατά νου ότι από τις επιθυμίες άλλες είναι φυσικές και άλλες μάταιες. Από τις φυσικές, πάλι, άλλες είναι αναγκαίες κι άλλες απλώς φυσικές. Τέλος, ορισμένες από τις αναγκαίες επιθυμίες μας είναι δεμένες με την ευδαιμονία μας, άλλες με την ευεξία του σώματος μας κι άλλες με την ίδια μας την επιβίωση. Αν τα μελετήσουμε αυτά χωρίς ψευδαισθήσεις, θα είμαστε σε θέση να ανάγουμε κάθε επιλογή και κάθε αποφυγή μας στην υγεία του σώματος και στην γαλήνη της ψυχής, μιας και αυτά είναι ότι έχει να σου προσφέρει μια ευτυχισμένη ζωή. Γιατί όλα γι' αυτό τα κάνουμε: για να μη πονούμε και για να μη μας ταράζει τίποτα. Απαξ και το εξασφαλίσουμε αυτό, κοπάζει η φουρτούνα της ψυχής, αφού το έμψυχο ον δεν έχει λόγο να περιπλανηθεί αναζητώντας κάτι άλλο, αναγκαίο για να συμπληρώσει την ευεξία της ψυχής και του σώματος.
Γιατί τότε μόνο έχουμε ανάγκη από την ηδονή, όταν η απουσία της μας κάνει να υποφέρουμε. Ενώ όταν τίποτα δεν ζορίζει την ψυχή μας, δεν έχουμε ανάγκη να την επιδιώξουμε. Και γι' αυτό λέω πως η ηδονή είναι αρχή και σκοπός του μακαρίως ζην: γιατί αναγνώρισα ότι είναι το πρωταρχικό και συγγενικό με τη φύση μας αγαθό και ότι αυτή είναι η αφετηρία για κάθε επιλογή και για κάθε αποφυγή μας, και ότι σ' αυτήν καταλήγουμε πάλι, όταν αποτιμάμε το κάθε αγαθό, έχοντας ως κριτήριο το τι αισθανόμαστε. Κι ακριβώς επειδή είναι το πρωταρχικό και σύμφυτο μ' εμάς αγαθό, για τούτο δεν επιλέγουμε αδιακρίτως κάθε ηδονή, αλλά συμβαίνει ορισμένες φορές να γυρίζουμε την πλάτη μας σε πολλές ηδονές, όταν τα προβλήματα που προκαλούν αυτές οι ηδονές είναι για μας μεγαλύτερα και υπάρχουν, από την άλλη, πολλοί πόνοι που τους θεωρούμε προτιμότερους από τις ηδονές, εφόσον η ηδονή που θα ακολουθήσει άμα τους υπομείνουμε για κάμποσο θα είναι για μας μεγαλύτερη. Κάθε ηδονή λοιπόν, ακριβώς επειδή η φύση της μας είναι συγγενική, είναι καλό πράγμα δεν συμβαίνει όμως να επιλέγουμε αδιακρίτως κάθε ηδονή.
Ακριβώς όπως κάθε πόνος είναι κακό πράγμα κι ωστόσο δεν είναι όλοι οι πόνοι τέτοιοι που να μπορούμε να τους αποφεύγουμε. Είναι καθήκον μας, εντούτοις, να τα κρίνουμε όλα αυτά παραβάλλοντας και συγκρίνοντας το ένα με το άλλο και εξετάζοντας προσεκτικά τι συμφέρει και τι όχι. Γιατί ορισμένες φορές μεταχειριζόμαστε το αγαθό ως κακό και αντιστρόφως. Το να αρκείται κανείς σ' αυτά που έχει, το θεωρώ πολύ σπουδαίο αγαθό: όχι για να περιοριζόμαστε σώνει και καλά στα λίγα, αλλά για να αρκούμαστε στα λίγα όταν μας λείπουν τα πολλά με τη γνήσια πεποίθηση ότι την πολυτέλεια την απολαμβάνουν πολύ καλύτερα οι άνθρωποι που δεν την έχουν και τόσο ανάγκη, και ότι τα φυσικά πράγματα, όλα, μπορεί εύκολα να τα αποκτά κανείς, ενώ το περιττό το απο­κτάς δύσκολα" ότι μια σκέτη σούπα θα σου δώσει ίση ευχαρίστηση με ένα πολυτελές γεύμα, όταν έχει φύγει όλο το δυσά­ρεστο αίσθημα από την έλλειψη τροφής και ότι το ψωμί και το νερό δίνουν τη μεγαλύτερη ηδονή όταν προσφέρονται σε κάποιον που τα έχει ανάγκη.
Το να συνηθίζει λοιπόν κανείς στον απλό τρόπο ζωής κι όχι στην πολυτέλεια, δεν βοηθά μόνο την υγεία αλλά κάνει επίσης τον άνθρωπο ικανό να αντεπεξέρχεται με αποφασιστικότητα στις αναγκαίες ενασχολήσεις της ζωής' μας κάνει να το ευχαριστιόμαστε περισσότερο όταν, αραιά και πού, παίρνουμε μέρος σε πολυτελή γεύματα και μας προετοιμάζει να σταθούμε άφοβοι μπρος στα παιχνίδια της τύχης. Όταν λοιπόν υποστηρίζουμε ότι σκοπός είναι η ηδονή, δεν εννοούμε τις ηδονές των ασώτων και των αισθησιακών απο­λαύσεων, όπως νομίζουν κάποιοι από άγνοια κι επειδή διαφωνούν μαζί μας ή παίρνουν στραβά τα λόγια μας, αλλά εν­νοούμε το να μην υποφέρει κανείς σωματικούς πόνους και το να μην είναι η ψυχή του ταραγμένη. Γιατί τη γλυκιά ζωή δε μας την προσφέρουν τα φαγοπότια κι οι διασκεδάσεις, ούτε οι απολαύσεις με αγόρια και γυναίκες, ούτε τα ψάρια και τα άλλα εδέσματα που προσφέρει ένα πολυτελές τραπέζι, αλλά ο νηφάλιος στοχασμός, αυτός που ερευνά τα αίτια κάθε προτίμησης μας ή κάθε αποφυγής μας, και αποδιώχνει τις δοξασίες που με τόση σύγχυση γεμίζουν την ψυχή μας.
Αφετηρία για όλα αυτά, και μέγιστο αγαθό συνάμα, είναι η φρόνηση. Γι' αυτό και είναι πολυτιμότερη η φρόνηση κι από τη φιλοσοφία ακόμα, γιατί απ' αυτήν απορρέουν όλες οι αρετές: η φρόνηση που μας διδάσκει ότι δεν είναι δυνατόν να ζει κανείς χαρούμενα αν η ζωή του δεν έχει γνώση, ομορφιά και δικαιοσύνη, κι ούτε πάλι μπορεί να 'χει η ζωή του γνώση, ομορφιά και δικαιοσύνη αν δεν έχει και χαρά. Γιατί οι αρετές αυτές είναι σύμφυτες με το να ζει κανείς ευτυχισμένα, κι η ευτυχισμένη ζωή είναι αξεχώριστη από τις αρετές. Ποιον άραγε θεωρείς καλύτερο από εκείνον που έχει αγνή και καθάρια γνώμη για τους θεούς και που 'χει ξεπεράσει τελείως το φόβο του θανάτου; Που έχει αναλογιστεί το σκοπό που έθεσε η φύση, που έχει αντιληφθεί πόσο εύκολα αγγίζει κανείς και κατακτά το όριο των καλών πραγμάτων και πόσο μικρή είναι η διάρκεια ή η ένταση των κακών. Εκείνον που κοροϊδεύει την Αναγκαιότητα -που κάποιοι την παρουσιάζουν ως την απόλυτη εξουσιάστρια των πάντων-, και βεβαιώνει ότι άλλα πράγματα συμβαίνουν αναγκαστικά, άλλα οφείλονται στην τύχη, άλλα όμως περνούν από το χέρι μας γιατί το βλέπει ότι η αναγκαιότητα δεν φέρει ουδεμία ευθύνη κι η τύχη είναι άστατη, όμως εκείνο που εξαρτάται από εμάς είναι ελεύθερο και φυσικά επιδέχεται τη μομφή όσο και τον έπαινο. Αλλά και την Τύχη, ένας τέτοιος άνθρωπος δεν τη θεωρεί θεά όπως κάνουν οι πολλοί αφού από ένα θεό τίποτα δεν γί­νεται άτακτα.
Ούτε την θεωρεί ως αστάθμητη αιτία όλων των πραγμάτων γιατί δεν πιστεύει ότι από την τύχη δίνεται στους ανθρώπους το καλό ή το κακό ως προς την ευτυχία τους. Πιστεύει ότι η τύχη είναι απλώς μια αφετηρία για με­γάλα καλά ή μεγάλα δεινά. Πιστεύει πως είναι καλύτερα να ατυχήσει μετά από σωστή σκέψη παρά να σταθεί τυχερός όντας παράλογος. Γιατί στις ανθρώπινες πράξεις καλύτερα να πάει στραβά κάτι το οποίο βασίστηκε σε σωστή κρίση παρά να πετύχει ένας σκοπός που δεν τέθηκε με σωστή κρίση. Αυτά λοιπόν, κι όσα σχετίζονται μαζί τους, να τα στοχάζεσαι μέρα και νύχτα, μόνος σου ή με κάποιον σαν και σένα, και ποτέ σου δεν πρόκειται να ταραχτείς, είτε στον ύπνο σου είτε στον ξύπνιο σου και θα ζήσεις σαν θεός ανάμεσα σε ανθρώπους. Γιατί δεν μοιάζει με θνητό ζώο ο άνθρωπος που ζει μέσα σε αθάνατα αγαθά. Πρώτα-πρώτα, το θεό να τον θεωρείς ως ένα ον άφθαρτο και μακάριο, όπως μας τον παρουσιάζει η κοινή σε όλους τους ανθρώπους παράσταση του. Μην του προσάπτεις τίποτα το ά­σχετο με την αφθαρσία και αταίριαστο με τη μακαριότητα του. Πίστευε, αντίθετα, σε οτιδήποτε μπορεί να διαφυλάξει τη μακαριότητα και την αφθαρσία του.
Οι θεοί υπάρχουν, μιας και η γνώση που έχουμε γι' αυτούς είναι ολοκάθαρη. Δεν είναι όμως τέτοιοι όπως τους φαντάζεται ο πολύς ο κόσμος. Γιατί ο κόσμος δεν κρατά ακέραιη την αρχική παράσταση των θεών. Ασεβής δεν είναι αυτός που βγάζει από τη μέση τους θεούς στους οποίους πιστεύει ο πολύς κόσμος, ασεβής είναι αυτός που αποδίδει στους θεούς τις δοξασίες των πολλών. Οι απόψεις του κόσμου για το θεό δεν είναι ξεκάθαρες προλήψεις αλλά ψευδείς δοξασίες. Από δω και η ιδέα ότι οι θεοί προκαλούν στους κακούς τα μεγαλύτερα δεινά και ότι ευεργετούν τους καλούς. Διότι οι άνθρωποι είναι εξοικειωμένοι με τις δικές τους αρετές και αποδέχονται τους όμοιους των ενώ το διαφορετικό το θεωρούν ξένο και εχθρικό. Κοίτα να συνηθίσεις στην ιδέα ότι ο θάνατος για μας είναι ένα τίποτα. Κάθε καλό και κάθε κακό βρίσκεται στην αίσθηση μας όμως θάνατος σημαίνει στέρηση της αίσθησης.
Γι' αυτό η σωστή εκτίμηση ότι ο θάνατος δεν σημαίνει τίποτα για μας, μας βοηθά να χαρούμε τη θνητότητα του βίου: όχι επειδή μας φορτώνει αμέτρητα χρόνια αλλά γιατί μας απαλλάσσει από τον πόθο της αθανασίας. Δεν υπάρχει, βλέπεις, τίποτα το φο­βερό στη ζωή του ανθρώπου που 'χει αληθινά συνειδητοποιήσει ότι δεν υπάρχει τίποτα το φοβερό στο να μη ζεις. Αρα είναι ανόητος αυτός που λέει ότι φοβάται το θάνατο, όχι γιατί θα τον κάνει να υποφέρει όταν έρθει αλλά επειδή υποφέρει με την προσδοκία του θανάτου. Γιατί ότι δεν σε στεναχωρεί όταν εί­ναι παρόν, δεν υπάρχει λόγος να σε στεναχωρεί όταν το προσδοκείς. Το πιο ανατριχιαστικό, λοιπόν, από τα κακά, ο θάνατος, είναι ένα τίποτα για μας, ακριβώς επειδή όταν υπάρχουμε εμείς αυτός είναι ανύπαρκτος, κι όταν έρχεται αυτός είμαστε ανύπαρκτοι εμείς. Ο θάνατος λοιπόν δεν έχει να κάνει ούτε με τους ζωντανούς ούτε με τους πεθαμένους, αφού για τους ζωντανούς δεν υπάρχει, ενώ οι τελευταίοι δεν υπάρχουν πια. Βέβαια, οι πολλοί άλλοτε πασχίζουν ν' αποφύγουν το θάνατο σαν να 'ναι η πιο μεγάλη συμφορά, κι άλλοτε τον αποζητούν για ν' αναπαυθούν από τα δεινά της ζωής. Απεναντίας ο σοφός ούτε τη ζωή απαρνιέται ούτε την ανυπαρξία φοβάται.
Γιατί δεν του είναι δυσάρεστη η ζωή αλλά ούτε και θεωρεί κακό το να μη ζει. Κι όπως με το φαγητό δεν προτιμά σε κάθε περίπτωση το πιο πολύ μα το πιο νόστιμο, έτσι και με τη ζωή: δεν απολαμβάνει τη διαρκέστερη μα την ευτυχέστερη. Κι εί­ναι αφελής όποιος προτρέπει τον νέο να ζει καλά και τον γέ­ρο να δώσει ωραίο τέλος στη ζωή του* όχι μόνο γιατί η ζωή είναι ευπρόσδεκτη αλλά γιατί το να ζεις καλά και να πεθαί­νεις καλά είναι μία και η αυτή άσκηση. Όμως πολύ χειρότε­ρος είναι εκείνος που λέει πως καλό είναι να μη γεννηθείς «αλλά μιας και γεννήθηκες, βιάσου να διαβείς τις πύλες του Αδη» Αν το λέει επειδή το πιστεύει, γιατί δεν αποσύρεται από τη ζωή; Στο χέρι του είναι να το κάνει, αν το 'χει σκεφτεί σοβαρά. Αν πάλι το λέει στ' αστεία, είναι ελαφρόμυαλος σε πράγματα που δεν σηκώνουν αστεία.

Πηγή: «ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ» Εκδόσεις ΘΥΡΑΘΕΝ

ΥΠΑΤΙΑ


H Υπατία ήταν η κλασική περίπτωση σωστού ανθρώπου που γεννήθηκε σε λάθος εποχή. Ενώ γεννήθηκε στο σωστό μέρος - στην Αλεξάνδρεια, την κοιτίδα του κοσμοπολιτισμού,- γεννήθηκε το 370 μ.X., 5-6 αιώνες αργότερα από τον καιρό που θα εκτιμούσαν τα πνευματικά της προσόντα. Ηταν εκπληκτική μαθηματικός, καλύτερη και από τον επίσης εκπληκτικό μαθηματικό Θέωνα, τον πατέρα της - και λίγο πριν πέσει οριστικά το σκοτάδι του μεσαίωνα. Δεν είναι και τόσο ευφυές - από την κοντόθωρη άποψη της δικής σου επιβίωσης τουλάχιστον - να διακονείς την επιστήμη σε ημέρες που έχει πάρει το πάνω χέρι η πίστη.

Σε ένα τέτοιο ζοφερό και βαθιά αντιπνευματικό κλίμα, όπου η ομορφιά θεωρείται αμαρτία, ο μισογυνισμός θεσμοθετείται από την Εκκλησία - είναι ανατριχιαστικά τα σχετικά εδάφια από τις επιστολές-εντολές του Αποστόλου Παύλου που παρατίθενται - και τα λεπτεπίλεπτα όργανα τής ήδη εντυπωσιακά προχωρημένης επιστημονικής έρευνας εκλαμβάνονται ως όργανα του Σατανά σε παγανιστικές τελετές

Ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Κύριλλος - επιμένει ο Γκάλβεθ - «που στις μέρες μας θα τον βλέπαμε σαν διαβολικό ταλιμπάν, έφερε στη συνείδησή του το βάρος του θανάτου περίπου διακοσίων πενήντα χιλιάδων Ιουδαίων. Γι' αυτό ο Κάρλχαϊντς Ντέσνερ, στην "Εγκληματική Ιστορία του Χριστιανισμού", τον θεωρεί προάγγελο του Χίτλερ και απαλλάσσει τον δεύτερο από την απάνθρωπη σύλληψη της "οριστικής λύσης"...». Όσο σκληρή και αν ακούγεται η σύγκριση, ο Γκάλβεθ δεν την αφήνει ατεκμηρίωτη. Δύο χιλιάδες χρόνια τώρα, ο φονταμενταλισμός ακολουθεί με ευλάβεια τα ίδια πάντα βήματα. Πρώτα στρέφεται κατά των «αιρετικών» στους κόλπους του κι έπειτα κατά όλων των υπολοίπων. Απώτατη επιδίωξη; Είτε θ' ακούγεται μία φωνή είτε θα βασιλεύει η σιωπή. Αλληλούια.



ΤΟ ΒΑΘΥΤΑΤΟ ΜΙΣΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ

«Ευτυχώς, υπάρχει μια εκτενέστατη βιβλιογραφία για τον Κύριλλο και, ακόμα, έχουμε στη διάθεσή μας τα έργα του. Και ξέρουμε από αυτά ότι ένιωθε βαθύτατο μίσος για το σύνολο της Φιλοσοφίας, την οποία χαρακτήριζε «ελληνιστική βλακεία». Αισθανόταν μια περιφρόνηση εξίσου βαθιά για τον Όμηρο και τον Ησίοδο, όπως και για όλους τους Έλληνες δραματουργούς. Όσο για τον ρόλο της γυναίκας, έλεγε σε ένα από τα κηρύγματά του: "Υποταγμένη και παραδομένη στην υπακοή προς τον Θεό, οφείλει να αφοσιώνεται στη γέννηση παιδιών"»

H Yπατία έλαμψε στην πνευματική ζωή της υστερορωμαϊκής Aλεξάνδρειας με την ευγλωττία, την ομορφιά, τα πνευματικά της χαρίσματα. Eγινε σύμβολο της θετικής γνώσης σε χρόνους όπου ο χριστεπώνυμος ζήλος ταύτιζε το φιλέρευνο πνεύμα με την πλάνη και τη μαγεία. O πατριάρχης Aλεξανδρείας Kύριλλος τη μισούσε θανάσιμα. Mε παρακίνησή του, γράφει ο σύγχρονός της Σωκράτης ο Σχολαστικός, την κατακρεούργησαν φανατικοί μοναχοί το 415. Tο ειδεχθές έγκλημα οδήγησε στη φυγή πολλούς λόγιους και επιστήμονες. Hταν η αρχή του τέλους της Aλεξάνδρειας ως φάρου της γνώσης στον ύστερο αρχαίο κόσμο. Tο δέκατο και τελευταίο κεφάλαιο, «H κληρονομιά της Yπατίας», απαραίτητο, διαφωτιστικό και σωστά τοποθετημένο στο τέλος και όχι (σε μορφή και) στη θέση Προλόγου.

ΤΗΝ ΚΑΤΑΚΡΕΟΥΡΓΗΣΑΝ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

«Hταν δεκατρείς. Eμοιαζαν με κυνηγούς που παραμονεύουν το θήραμά τους. Mπορούσε να διακρίνει τον αρχηγό τους: φορούσε δερμάτινα σανδάλια και λευκό χιτώνα. Oι άλλοι ήταν ξυπόλυτοι και η αμφίεσή τους περιοριζόταν σε κάτι μανδύες από τραχύ ύφασμα χρώματος καφέ. Eίχαν πρόσωπα στεγνωμένα από τους ανέμους και τον ήλιο της ερήμου και δασιές, αναμαλλιασμένες γενειάδες.

H Yπατία, που είχε πάψει να κοιτάζει έξω, δεν αντιλήφθηκε αρχικά τι συνέβαινε... Yστερα τινάχτηκε μακριά από το κάθισμά της και έπεσε με φόρα στο λιθόστρωτο. Tότε είδε την ομάδα των ανδρών, που αποτελείωναν τους μεταφορείς της..., πεσμένους κατάχαμα, μερικούς να συστρέφονται από τον πόνο, τους υπόλοιπους ήδη αποκεφαλισμένους. Eνιωσε την πίεση κάτι αρπακτικών νυχιών που χώνονταν στις σάρκες τις και τη σήκωναν στον αέρα. Αντιλήφτηκε ότι την έβαζαν ξανά στο φορείο. Eνιωσε το βάρος ενός άντρα που έπεσε πάνω της και προσπαθούσε να την ακινητοποιήσει ...

Oλη της η ζωή περνούσε μπροστά της σαν μυθιστόρημα. Tα παιδικά της παιχνίδια. O πατέρας της να τη σηκώνει ψηλά. Oι κήποι του σπιτιού. H πρώτη φορά που συνόδευσε τον πατέρα της στην αίθουσα όπου παρέδιδε τα μαθήματά του. H πρώτη φορά που η ίδια παρέδωσε μάθημα σ' εκείνη την αίθουσα. Tην έσυραν μέσα στην εκκλησία και της ξέσκισαν τα ρούχα. Tην πέταξαν καταγής, δίπλα στην Aγία Tράπεζα, και ένας άντρας σήκωσε το ράσο του... Προσπάθησε να αμυνθεί, ο άλλος άρχισε να τη γρονθοκοπά στο πρόσωπο... Eνιωσε ναυτία και άρχισε να κάνει εμετό. Kαι πάλι οι γροθιές στο πρόσωπο και τα νύχια που την έσφιγγαν σαν μέγγενη...

Bυθισμένη σ' εκείνη την αφόρητη κατάσταση, αντιλήφθηκε ότι μπορούσε να κάνει μια νοητική προσπάθεια και να κοιτάξει τη σκηνή σαν να συνέβαιναν όλα αυτά σε κάποιον άλλο... Mπορούσε να αγναντεύει τα πάντα από ψηλά..., να βγει από τον εαυτό της και να καταφύγει σ' εκείνες τις σφαίρες όπου είχε εκτυλιχθεί πάντοτε η ζωή της. Eκεί ψηλά βρισκόταν ο Oμηρος και ο Eυριπίδης της, ο Eυκλείδης και ο Διόφαντός της, η ποίηση, η μουσική, τα θαυμάσια παραληρήματα της φαντασίας όταν ακολουθούσε το μονοπάτι της μαθηματικής έρευνας... Παρευρισκόταν στο ίδιο της το δράμα σαν να παρακολουθούσε θεατρική παράσταση. Χαμογελούσε κρυφά: είχε κοροϊδέψει εκείνους τους ανθρώπους, τους είχε νικήσει. Tελικά έχασε τις αισθήσεις της.

Δίπλα στην πόρτα του σκευοφυλακίου υπήρχαν δυο άδειοι αμφορείς. Oι άντρες τούς κομμάτιασαν καταγής... Oρμησαν πάνω στην Yπατία και βάλθηκαν να ξεκολλάνε τις σάρκες από τα οστά της..., χρησιμοποίησαν τα θραύσματα για να της ακρωτηριάσουν τα μέλη... Kαι ξαφνικά έπαψε να αισθάνεται το σώμα της. Kάθε πόνος εξαφανίστηκε και την κυρίευσε μια παράξενη ευδαιμονία. Eίδε τον εαυτό της, εκπληκτικά ήρεμο, στην είσοδο μιας πένθιμης σήραγγας... Διέκρινε στο βάθος τη μορφή του πατέρα της, που της άπλωνε τα χέρια. Eπρεπε να τρέξει κοντά του, να αναζητήσει καταφύγιο στην αγκαλιά του. Kαι όταν σταμάτησε να τρέχει, τα φώτα έδωσαν τη θέση τους στο έρεβος και βασίλεψε το σκοτάδι. H τάξη διαλύθηκε μέσα στο χάος»...

«Eκ του δίφρου εκβαλόντες, επί την εκκλησίαν Kαισάριον συνέλκουσιν· αποδύσαντές τε την εσθήτα, οστράκοις ανείλον. Kαι μεληδόν διασπάσαντες, επί τον καλούμενον Kιναρώνα τα μέλη συνάραντες, πυρί κατηνάλωσαν» (Σωκράτης ο Σχολαστικός, «Eκκλησιαστική Iστορία», 5ος αι. μ.X.). που στα νεοελληνικά λέει: «αφού την άρπαξαν από το άρμα της την έσυραν στην εκκλησία που λεγόταν Καισάριο, και αφού την γύμνωσαν την κομμάτιασαν με θραύσματα αγγείων. Και αφού την κομμάτιασαν, σώριασαν τα κομμάτια της στον λεγόμενο Κιναρώνα και τα αφάνισαν με φωτιά».

Πηγή: Πέδρο Γάλβεθ ,"Yπατία. H γυναίκα που αγάπησε την επιστήμη" εκδ. Mεταίχμιο